
Του Γιάννη Κωστή
Όταν κάποιος βρεθεί στη δύσκολη θέση από μια ανεπάρκειά του, ένα λάθος του, μια διαπλοκή του, έχει δύο δρόμους να κινηθεί. Ο ένας είναι να εξηγήσει πώς έγινε ακριβώς και να ζητήσει συγνώμη, ενώ παράλληλα να προσπαθήσει να επανορθώσει τη ζημιά που προκάλεσε. Ο δεύτερος δρόμος είναι να μην παραδεχτεί τα λάθη του, και να τα αποσιωπά, αλλάζοντας τη συζήτηση! Η ακεραιότητα και η τιμιότητα του χαρακτήρα του είναι εμφανής από την επιλογή που έκανε. Αν μάλιστα το εν λόγω άτομο είναι αθυρόστομο, υβριστής, παρορμητικό, αδίστακτο, η αλλαγή της συζήτησης που θα επιδιώξει, θα είναι ανάλογης ποιότητας. Βρισιές, προπηλακισμοί, νταηλίκια, μόνον που τώρα πλέον μετά από 9 χρόνια, έγινε φανερή η τακτική του.
Έτσι υφιστάμενος κριτική , εν όψη μάλιστα και προεκλογικής περιόδου, ο δήμαρχος – ο αυτοεπονομαζόμενος και «της καρδιάς μας» – αντί να απαντήσει επί των θεμάτων της κριτικής, ή έστω να αναγνωρίσει ανεπάρκειές του, προτίμησε να πετάξει την μπάλα στην εξέδρα, βρίζοντας το Χρίστο Βενέτη και το Λεωνίδα Μαυρογιάννη, ποιος έχει σειρά τώρα άραγε, με εκφράσεις που μόνον αυτός έφερε στο δημόσιο λόγο. Ε και λοιπόν; Θα πει κάποιος. Έχει ανάγκη την εκτίμηση του Μπέου ο Βενέτης ή ο Μαυρογιάννης, ή μειώθηκε η αξία τους από τις βρισιές του;; Όχι, καμιά ανάγκη δεν είχαν την εκτίμησή του, άλλωστε η αξία τους μεγάλωσε από τις ύβρεις του. Πάντα, όταν ο υβριστής είναι κατώτερος του υβριζόμενου, τότε η απόσταση των επιπέδων τους μεγαλώνει.
Τι πέτυχε όμως ο Μπέος; Άλλαξε, προσωρινά ελπίζω, την ατζέντα των ημερών. Εκεί που κατηγορούνταν ότι δεν έκανε κάτι για τον Περιφερειακό, ότι δεν είχε ετοιμότητα πυρόσβεσης με αποτέλεσμα να καεί το σύμπαν, χωρίς να υπάρχει δάσος, το ότι υπήρχαν ερωτήματα για το χρέος της ΕΡΓΗΛ από τη ΔΕΥΑΜΒ, κλπ – κλπ, βρεθήκαμε με τα ΜΜΕ όπως και τα μέσα δικτύωσης, να ασχολούνται με τις βρισιές του Μπέου. Και βεβαίως πολύ καλή και συγκινητική είναι η συμπαράσταση όλων μας στους δύο αυτούς γιατρούς, καθώς και η απαξίωση του δημάρχου, στα δημοσιεύματα. Ήταν όμως δεδομένη, μεγάλη και γνωστή η αξία τους, η διαδρομή τους και η δημοφιλία τους, έστω κι αν ο Μπέος την αύξησε. Η συνεχής αναφορά στο έργο, την ακεραιότητα του χαρακτήρα και την όλη διαδρομή τους στο Βόλο, είναι βέβαια μια επιβεβαίωσή τους, αλλά δεν ήταν και εν πάση περιπτώσει, δεν είναι απαραίτητη. Νομίζω ρίχνει νερό στο μύλο του Μπέου, συντηρώντας το τέχνασμά του να αποσιωπηθούν οι ανεπάρκειές του, και να τονωθεί το δήθεν αντριλίκι του. Αυτό που αλίμονο γοητεύει ακόμη σήμερα πλήθος της Βολιώτικης κοινωνίας, που τόσο μας εκπλήσσει τα τελευταία χρόνια.
Εκείνο που χρειάζεται είναι νομίζω η εντατικοποίηση και εκλαΐκευση της κριτικής και της αποκάλυψης των ανεπαρκειών της δημοτικής αρχής. Εκεί θα ανέβει ακόμη ψηλότερα το επίπεδο και η διαφορά των δύο ψηφοδελτίων θα γίνει ουσιαστικότερη από την πολιτική πρακτική του συνδυασμού ολόκληρου.
















