Στις 19 Αυγούστου συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση της Νίκης Βόλου. Η «Κ» ανατρέχει στην ιστορία της ομάδας και συνομιλεί με παλαίμαχους ποδοσφαιριστές, νέους και παλαιούς φιλάθλους και παράγοντες της ομάδας προσπαθώντας να κατανοήσει πώς η προσφυγική κληρονομιά δημιουργεί διαρκώς νέους οπαδούς
Εικονογράφηση: Michael Kirki/Καθημερινή
Είχαν αφιχθεί το 1922 κυνηγημένοι, πονεμένοι, εξαθλιωμένοι. Θέλησαν να δημιουργήσουν εκ νέου τη ζωή τους και να ενταχθούν στις πόλεις που τους υποδέχθηκαν. Συνάντησαν επιφυλάξεις, στην καλύτερη περίπτωση, και οργή – ήταν ανεπιθύμητο σώμα που «ήρθε να μας πάρει τις δουλειές». Οι Ελλαδίτες δεν τους είχαν δει με καλό μάτι. Ηταν Μικρασιάτες που εκδιώχθηκαν από τις πατρογονικές τους εστίες και αναζητούσαν την ίδια τη ζωή στη μητροπολιτική Ελλάδα. Ηταν, για τους ντόπιους, «πρόσφιγγες», «τουρκόσποροι», «μεμέτια», «παστρικές».
Δύο ήταν οι τρόποι να οικοδομήσουν τις νέες τους κοινότητες όσοι Μικρασιάτες κατέφτασαν στον Βόλο μετά τα γεγονότα της Καταστροφής: αφενός, η ενσωμάτωσή τους στο σώμα της πόλης μέσω της κοινής γλώσσας, καταγωγής και θρησκείας· αφετέρου, η δημιουργία της Νίκης Βόλου – της ομάδας που στις 19 Αυγούστου κλείνει τα 100 χρόνια παρουσίας της ως κεντρικού πυλώνα της Νέας Ιωνίας Βόλου, της πόλης που ορίζεται από τον Κραυσίδωνα και τον Ξηριά, χειμάρρους που περιέκλειαν μιαν άνυδρη τότε, βιομηχανική περιοχή της Μαγνησίας.
Η «Κλούβα», δηλαδή το γήπεδο «Παντελής Μαγουλάς» της ομάδας –που αρχικά είχε ονομαστεί Γ.Σ. Προσφύγων και αργότερα, για λόγους αφομοίωσης, πήρε το όνομά της από το σύμβολο της Νίκης του Παιωνίου και υιοθέτησε το γαλανόλευκο χρώμα για ταύτιση με την Ελλάδα–, και ο ιερός ναός της Ευαγγελίστριας έμελλε να αποτελέσουν τα σημεία αναφοράς του προσφυγικού ελληνισμού στην περιοχή του Βόλου και να ξεπεράσουν τα όρια του αθλητισμού και της θρησκείας, καθιστάμενα σύμβολα ένωσης, αλληλεγγύης, συνύπαρξης, αποδοχής και προσφοράς.
Ο κοινωνικός πυρήνας και η οικογένεια της Νίκης Βόλου
Φέτος, στον έναν αιώνα παρουσίας της Νίκης Βόλου, οι νικιώτες είναι εμποτισμένοι ακόμη με τον ιδεολογικό και κοινωνικό πυρήνα της ομάδας. Οι φίλοι, οι οπαδοί και οι αθλητές της ομάδας –που πλέον εξαπλώνεται σε πλείστα όσα αθλήματα με εθνικές και διεθνείς διακρίσεις– εξακολουθούν να αποτελούν οικογένεια. «Μόνο Νικάρα για πάντα» λένε και ακολουθούν την ομάδα όπου κι αν παίζει, σε όποιο άθλημα κι αν αγωνίζεται. Και δεν μένουν μόνο στον αγωνιστικό χώρο· πιστοί απόγονοι των ξεριζωμένων, δεν παύουν ούτε στιγμή να προσφέρουν κοινωνικό έργο, να υποδέχονται τη διαφορετικότητα, να δείχνουν αλληλεγγύη στον πάσης φύσεως αδύναμο.
https://www.facebook.com/plugins/post.php?href=https%3A%2F%2Fwww.facebook.com%2Fbcpntokouzis.panagiotisntokouzis%2Fposts%2Fpfbid02qE3UwWWqkWQJv5QFpxobenv9cfbdRKuUz9vqjVLtfVmTT3Y3TtBnFCQfTjAP45Xfl&show_text=true&width=500
Εχουν μεταφέρει ανήλικους πρόσφυγες από τις δομές του Βόλου στο γήπεδο για να περάσουν μία ωραία Κυριακή μακριά από έγνοιες. Εχουν μαγειρέψει για τους πλημμυροπαθείς του Βόλου, του Πηλίου, της Καρδίτσας και της Λάρισας. Στις γιορτές επισκέπτονται ορφανοτροφεία και προσφέρουν δώρα και τρόφιμα στα παιδιά του ιδρύματος. Συγκεντρώνουν τρόφιμα για όλες τις αναγκεμένες οικογένειες. Στα φανάρια, μετανάστες από χώρες της Νότιας Ασίας φορούν μπουφάν από την επίσημη στολή της ομάδας για να μην κρυώνουν. Αναζητούν τους κατατρεγμένους και τους συντρέχουν.
Εχουν μεταφέρει ανήλικους πρόσφυγες από τις δομές του Βόλου στο γήπεδο. Εχουν μαγειρέψει για τους πλημμυροπαθείς. Στις γιορτές επισκέπτονται ορφανοτροφεία. Συγκεντρώνουν τρόφιμα για όλες τις αναγκεμένες οικογένειες.
Τι ενώνει, όμως, την οικογένεια της Νίκης Βόλου, μιας ομάδας της οποίας η αγωνιστική λάμψη, τουλάχιστον στο δημοφιλές ποδόσφαιρο, έχει παρέλθει προ πολλού; Πώς δημιουργούνται διαρκώς νέοι οπαδοί παρά τις χαμηλές αγωνιστικές επιδόσεις; Η προσφυγική μικρασιατική κληρονομιά των πρώτων νικιωτών, που μέσω της ομάδας («το καμάρι τους») επέβαλαν την παρουσία τους στον εχθρικό Βόλο, είναι εκείνη που καθοδηγεί μέσα στο πέρασμα του χρόνου τους φίλους, τους οπαδούς και τους αθλητές. Μάλιστα, οι νέοι πρόσφυγες και μετανάστες βρίσκουν αποκούμπι στην ομάδα όταν καταφτάνουν στον Βόλο – η Νίκη τούς ανοίγει την αγκαλιά της και στα γήπεδα, πέραν των ελληνικών, ακούς αλβανικά, ουκρανικά, ρωσικά… Η ομάδα είναι σύμβολο ανεκτικότητας και διατηρεί την πατροπαράδοτη ρητορική του αντιφασισμού και του αντιρατσισμού. Είναι η ομάδα των ανθρώπων με περιορισμένη πρόσβαση σε ευκαιρίες. «Ενα γαλατικό χωριό» όπως λένε οι φίλοι της.
Η ποδοσφαιρική πορεία της Νίκης Βόλου
Ο αίλουρος των καλών ημερών
Ο «αίλουρος των καλών ημερών» της ομάδας, ο 77χρονος παλαίμαχος τερματοφύλακας Τάκης Βαϊράμογλου, που αγωνίστηκε την περίοδο 1966-1973, λέει, μιλώντας σήμερα στην «Κ», ότι η Νίκη Βόλου είναι ψυχή, είναι καρδιά, είναι ιδέα – είναι οικογένεια. «Δεν είχαμε ούτε ρούχα, φορούσαμε τρυπημένες κάλτσες, για γάντια τερματοφύλακα ούτε λόγος – για να μη μιλήσουμε για τα δύσκολα γήπεδα, που ήταν μόνο χώμα. Σήμερα πολλοί συμπαίκτες μου από εκείνη την περίοδο πάσχουν από το ισχίο τους. Είχαμε, όμως, ψυχή. Είχαμε την προσφυγιά και τον αγώνα επιβίωσης. Ηταν, ωστόσο, πολύ μεγάλη τιμή για μας να παίζουμε στην ομάδα των προγόνων μας, ειδικά τότε που οι περισσότεροι ήμασταν από 17 έως 25 ετών».
Ο Τάκης Βαϊράμογλου λέει ότι παίκτες και οπαδοί ήταν αδέλφια· εξάλλου, από τους 15 παίκτες της περιόδου όπου αγωνιζόταν, οι 13 ήταν από τη Νέα Ιωνία και οι δύο από τον Βόλο. Θυμάται μέχρι και τις γιαγιάδες που περίμεναν έξω από το γήπεδο με τα σκαμνάκια τους για να μάθουν το αποτέλεσμα. Οι φίλαθλοι πήγαιναν στο γήπεδο ακόμα και πριν από το επίσημο ματς, μόνο και μόνο για να δουν τον προπονητικό αγώνα.
Είχαμε ψυχή. Είχαμε την προσφυγιά και τον αγώνα επιβίωσης. Ηταν πολύ μεγάλη τιμή για μας να παίζουμε στην ομάδα των προγόνων μας.
Ο ίδιος μάς λέει δεν θα ξεχάσει ποτέ τον αγώνα Νίκης Βόλου – Ολυμπιακού Πειραιώς, το 1966, όπου οι νικιώτες είχαν νικήσει με 1-0 και, για πρώτη φορά, είχαν κερδίσει πολλά χρήματα, κάτι που τότε ήταν αδιανόητο για ομάδες της επαρχίας. «Η Νίκη μάς είχε υποσχεθεί 3.000 δραχμές και ο Παναθηναϊκός άλλα τόσα, καθώς διεκδικούσε το πρωτάθλημα της χρονιάς. Αυτά τα χρήματα, 6.000 δραχμές, ήταν μία ολόκληρη περιουσία για έναν πιτσιρικά σαν εμένα αλλά για όλους μας. Το είχαμε γιορτάσει δεόντως. Χάνονταν, όμως, πολλά ταλέντα ελλείψει χρημάτων. Και τότε, που ήταν ερασιτεχνικός ο αθλητισμός, αν υπέγραφες δελτίο συμμετοχής στην ομάδα ήσουν ισοβίως δεσμευμένος, παρεκτός κι αν σου επέτρεπε η ομάδα να αποχωρήσεις», θυμάται ο παλαίμαχος τερματοφύλακας.
«Η Νίκη Βόλου είναι δέσιμο, είσαι μέσα στην ψυχή της και είναι η ψυχή μας», μας λέει ο Τάκης Βαϊράμογλου. «Θυμάμαι τον παπά μας να λέει “αν πεθάνω, θέλω να με περάσετε έξω από το γήπεδο”. Είναι μια καρδιά που δεν σταματάει ποτέ».
Ενας 17χρονος που η καρδιά του χτυπάει δυνατά
Κι αν στην καρδιά του 77χρονου βετεράνου τερματοφύλακα χτυπάει η Νίκη Βόλου εδώ και τόσες δεκαετίες, η νεαρή καρδιά του 17χρονου Παναγιώτη έχει ακόμα πιο ταχείς παλμούς όταν μιλάει για τη «Νικάρα». «Δεν είμαστε προσφυγική οικογένεια, αλλά από συζητήσεις με φίλους εντυπωσιάστηκα και συγκινήθηκα από την ιστορία της, από την αλληλεγγύη και την αγωνιστική προσφορά. Τα 100 χρόνια της παρουσίας της είναι πολύ σημαντικά για μας».
Η μπασκετική πορεία της Νίκης Βόλου
Ο νεαρός φίλαθλος ακολουθεί την ομάδα όπου κι αν παίζει, σε όποιο άθλημα κι αν αγωνίζεται. «Και ομάδα σκάκι να είχαμε, εγώ θα πήγαινα να στηρίξω την ομάδα, όπως και οι περισσότεροι από τους οπαδούς της Νίκης. Δημιουργούμε μια ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα. Μπορεί η ομάδα να χάνει, κι εμείς να τραγουδάμε. Είμαστε Νίκη και δεν μας νοιάζει η νίκη· μας νοιάζει να είμαστε δίπλα στην ομάδα».
Δημιουργούμε μια ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα. Μπορεί η ομάδα να χάνει, κι εμείς να τραγουδάμε. Είμαστε Νίκη και δεν μας νοιάζει η νίκη· μας νοιάζει να είμαστε δίπλα στην ομάδα.
Οταν ρωτούν τον 17χρονο Παναγιώτη τι ομάδα είναι απαντάει Νίκη Βόλου, τον πειράζουν και του λένε «και από μεγάλες;». «Η Νίκη είναι μεγάλη ομάδα, παρά τις αγωνιστικές απογοητεύσεις κυρίως του ποδοσφαίρου. Τη μεγάλη ομάδα δεν τη φτιάχνουν οι διακρίσεις – τη φτιάχνει κυρίως ο κόσμος. Και ο δικός μας κόσμος κάνει τη Νίκη Βόλου τη μεγαλύτερη από τις μεγάλες ομάδες. Κάθε φορά που είμαι στενοχωρημένος από οτιδήποτε, μπαίνω στο γήπεδο και τα ξεχνάω όλα – είναι κάτι σαν αποκούμπι για μένα αλλά και για όλους μας».
Τριάντα χρόνια δίπλα στην ομάδα… όπου Γης
Ο Αποστόλης Σαμαράς, 57 ετών οδηγός ταξί, ακολουθεί την ομάδα εδώ και πάνω από 30 χρόνια, όπου κι αν αγωνίζεται. Μάλιστα, ορισμένες φορές, φτάνει ο ίδιος στο εκτός έδρας γήπεδο, την ώρα που η ίδια ομάδα μπορεί να μην τα καταφέρει λόγω καιρικών συνθηκών!
«Είναι τρόπος ζωής. Αλλος κάνει θρησκευτικό τουρισμό, εμείς κάνουμε αθλητικό. Οπου κι αν παίζει, οργανώνουμε άδειες από τις δουλειές μας, τις μετακινήσεις και ταξιδεύουμε σε όλη την Ελλάδα, ηπειρωτική και νησιωτική. Μάλιστα, για ένα διάστημα έπαιρνα και τη μητέρα μου μαζί. Είμαστε πρόσφυγες και έχουμε δεσμούς με τη Νίκη Βόλου. Είμαστε συναισθηματικά δεμένοι μαζί της – και στα εύκολα και στα δύσκολα. Οι χαρές και οι λύπες εναλλάσσονται, αλλά εμείς επιμένουμε. Λέμε ότι ακόμα και ο Σατανάς να διοικήσει την ομάδα εμείς θα τον στηρίξουμε. Αρκεί να έχει χρήματα, θέληση, αποφασιστικότητα και να στηρίξει τις ακαδημίες για να δημιουργούνται νέοι αθλητές από τα σπλάχνα της ομάδας».
«Μόνον ο γιατρός θα μας κόψει από την ομάδα. Το τσιγάρο κόβεται, η Νίκη όχι», σημειώνει ο Αποστόλης Σαμαράς.
Blue Club: Φορέας αλληλεγγύης και σεβασμού
Ο 41 ετών ιδιωτικός υπάλληλος Παντελής Μαστρογιάννης είναι ο πρόεδρος του συνδέσμου οπαδών της Νίκης Βόλου, Blue Club. Είναι ο φορέας που μεταφέρει το πνεύμα της αλληλεγγύης και του σεβασμού, της προσφοράς και της λατρείας για την ιστορία της ομάδας – για το DNA της. «Είναι εγγεγραμμένη στο αίμα μας, στο πετσί μας, η Νίκη Βόλου», λέει στην «Κ».
Η Νίκη Βόλου στον στίβο
Το Blue Club, από τις 19 Αυγούστου, όπου σηματοδοτούνται τα 100 χρόνια της ομάδας, και έως το τέλος του 2024 θα διοργανώσει πλείστες όσες εκδηλώσεις για τον έναν αιώνα της Νίκης Βόλου. Συναυλίες, εκθέσεις, ομιλίες, περίπτερα, πάρτι, χοροί θα κατακλύσουν τη θεσσαλική πόλη. Η προσφυγιά, το δέσιμο, η αποδοχή, ο εθελοντισμός και οι κοινωνικές ευαισθησίες θα είναι ο οδηγός των εκδηλώσεων, αφού αποτελούν τον πυρήνα της ύπαρξης της ομάδας αλλά και των οπαδών της.
«Είναι η κληρονομιά μας, έχουμε μάθει να ζούμε έτσι, να προσφέρουμε όσο και όπου μπορούμε», μας λέει ο Παντελής Μαστρογιάννης. «Κοιμόμαστε και ξυπνάμε με τη Νίκη Βόλου, και δεν αναφέρομαι μόνον στους οργανωμένους οπαδούς. Εγώ θυμάμαι τον παππού μου λόγω καρδιακών προβλημάτων να αποφεύγει το γήπεδο τις Κυριακές και να περιμένει πώς και πώς μετά να του πούμε τι συνέβη. Οποιος μπαίνει στη Νίκη Βόλου, ακόμα και παίκτες που μένουν έναν χρόνο, η ομάδα και ο κόσμος της μπαίνουν στην καρδιά του αμέσως. Θα φταίει λογικά το τσίπουρο που πίνουμε προτού πάμε στο γήπεδο», λέει γελώντας ο πρόεδρος του Blue Club.
Οποιος μπαίνει στη Νίκη Βόλου, ακόμα και παίκτες που μένουν έναν χρόνο, η ομάδα και ο κόσμος της μπαίνουν στην καρδιά του αμέσως. Θα φταίει λογικά το τσίπουρο που πίνουμε προτού πάμε στο γήπεδο!
Ο σύνδεσμος των οπαδών καθοδηγείται, προφανώς, από την αγάπη για την ομάδα-σύμβολο σε όλα τα αθλήματα («ακόμα και τάβλι να παίζαμε, θα πηγαίναμε να στηρίξουμε την ομάδα»), που παραμένει άσβεστη παρά τις δύσκολες αγωνιστικές μέρες της, ειδικά στο ποδόσφαιρο. «Δεν μας νοιάζει αν νικάμε ή όχι, εξάλλου δεν έχουμε μάθει στις χαρές. Θυμάμαι ματς όπου χάναμε 2-0 κι εμείς τραγουδούσαμε λες και ήμασταν εμείς οι νικητές. Ποτέ δεν αφήνουμε την ομάδα μόνη της. Είναι η καψούρα μας, τι να κάνουμε».
Το Blue Club, των ενηλίκων οπαδών, καθοδηγεί και το Blue Angels, τον σύνδεσμο «των πιτσιρικάδων». «Δημιουργούμε, παρά τις δυσκολίες μας, διαρκώς νέους φιλάθλους. Τους μαθαίνουμε τη λειτουργία του συνδέσμου και του εντευκτηρίου του, την οργάνωση του υλικού (μπλουζάκια, κασκόλ, μπρελόκ), πώς και πού στήνουμε τα πανό μας, πώς οργανώνονται οι αποστολές εκτός έδρας. Μα πάνω απ’ όλα τους μαθαίνουμε την κοινωνική αλληλεγγύη και τον σεβασμό», αφηγείται ο Παντελής Μαστρογιάννης.
Μέσω του συνδέσμου προωθείται και η έννοια της αλληλεγγύης απέναντι στους οπαδούς των αντίπαλων ομάδων.
Μάλιστα, μέσω του συνδέσμου προωθείται και η έννοια της αλληλεγγύης απέναντι στους οπαδούς των αντίπαλων ομάδων. Οπως λέει ο πρόεδρος του Blue Club, σε ένα ματς με τον Ατρόμητο στον Βόλο, ενώ είχε διαταχθεί απαγόρευση μετακίνησης οπαδών και φιλάθλων, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να βάλουν τους φίλους της ομάδας του Περιστερίου στο γήπεδο. «Τους είπαμε να ξεκινήσουν αχάραγα για την πόλη, τους βρήκαμε εισιτήρια, τους βάλαμε στις δικές μας κερκίδες και, όταν άρχισε ο αγώνας, τους είπαμε να διαχωριστούν από εμάς και να βάλουν τα πανό και τα υλικά τους όπως νομίζουν και να απολαύσουν το παιχνίδι. Μας είχε πάρει χαμπάρι η Αστυνομία, αλλά τους είχαμε καθησυχάσει. Είχαμε χάσει το ματς, αλλά ποιος νοιάζεται για το αποτέλεσμα. Το ίδιο είχαμε κάνει το 2011 με την αυτόνομη θύρα 10 του Ηρακλή. Οπως θέλουμε εμείς πάση θυσία να είμαστε δίπλα στην ομάδα, έτσι θέλει και ο οπαδός μιας άλλης ομάδας. Εμάς καθήκον μας είναι προστατεύσουμε πρώτα την ομάδα και μετά τον εαυτό μας».
«Να ενώσουμε τον αθλητισμό με τον πολιτισμό της καθημερινότητας»
Ο Ιορδάνης Χατζηεφραιμίδης, ο νέος πρόεδρος της Ερασιτεχνικής Νίκης Βόλου (Γ.Σ. Βόλου «Νίκη»), που απλώνεται σε δέκα ολυμπιακά αθλήματα, είναι αποφασισμένος, όπως λέει στην «Κ», να ενώσει τον αθλητισμό με τον πολιτισμό της καθημερινότητας, να προσφέρει ευκαιρίες στα νέα ταλέντα, αλλά και να δώσει τη δυνατότητα σε όλους τους κατοίκους της Μαγνησίας, ειδικά σε όσους δεν έχουν πρόσβαση σε αθλητικές εγκαταστάσεις, να αθληθούν. «Η εξωστρέφεια είναι αυτό που μας χαρακτηρίζει», όπως σημειώνει στη συνομιλία μας.
Κολύμβηση και πόλο της Νίκης Βόλου
Είναι υπερήφανος για τα δύο πανελλήνια πρωταθλήματα και για τα μετάλλια εφήβων και νεανίδων στην κολύμβηση, για τις παγκόσμιες νίκες της Λυδίας Παντελόγλου στην τεχνική κολύμβηση, για την ανοδική πορεία της ομάδας πόλο ανδρών που παλεύει για την άνοδο στην Α2 και για τον αγώνα της ομάδας βόλεϊ γυναικών.
Μέσα από τις πρώτες παράγκες των προσφύγων πριν από έναν αιώνα γεννήθηκε η ανάγκη για άθληση των παιδιών. Κι εμείς θα συνεχίσουμε αυτή την παράδοση – οι διαθέσιμοι και οι πρόθυμοι, όχι μόνον οι ικανοί.
«Δεν συμβαίνει συχνά σε επαρχιακούς συλλόγους να έχουν τόσες ακαδημίες», μας λέει ο Ιορδάνης Χατζηεφραιμίδης. «Εχουμε ιδιόκτητες κεντρικές και επικουρικές εγκαταστάσεις, αναπτύσσουμε διαρκώς ομάδες ανδρών και γυναικών, αναπτύσσουμε την ποδηλασία, τη ρυθμική γυμναστική, το ολυμπιακό τρίαθλο (κολύμβηση, ποδηλασία, σπριντ), την τεχνική κολύμβηση και την κολύμβηση μαραθωνίου. Μέσα από τις πρώτες παράγκες των προσφύγων πριν από έναν αιώνα γεννήθηκε η ανάγκη για άθληση των παιδιών. Κι εμείς θα συνεχίσουμε αυτή την παράδοση – οι διαθέσιμοι και οι πρόθυμοι, όχι μόνον οι ικανοί. Η Νίκη Βόλου είναι ιδέα. Εχουμε ως σύμβολο τη Νίκη του Παιωνίου· οι πρόγονοί μας αναζήτησαν και βρήκαν τις μεγάλες έννοιες: τη φιλοξενία, την εργασία, τη μεταφορά της πληροφορίας, τη σοφία του πνεύματος, τη μητρότητα. Η κληρονομιά της Νίκης Βόλου ανήκει σε όλους και σε όλους θέλουμε να τη μεταλαμπαδεύσουμε, πέρα από την έδρα μας – να απλωθούμε σε όλο τον ιστό της πόλης».