Διδάσκοντες Παν. Θεσσαλίας: Να αποσυρθεί το άρθρο για τα πτυχία των κολεγίων

Μία ακόμη αντίδραση πανεπιστημιακών ενάντια στη διάταξη του σχεδίου νόμου του υπουργείου Παιδείας για τα πτυχία των κολεγίων

Ανακοίνωση σχετικά με το σχέδιο νόμου που κατατέθηκε στη Βουλή και αναμένεται να ψηφιστεί στις 21/1/2020 εξέδωσε ο Ενιαίος Σύλλογος Διδασκόντων Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.

Αναλυτικά η ανακοίνωση:

Ακολουθεί επιμέρους σχολιασμός κάποιων από τα άρθρα του Σχεδίου νόμου από το ΔΣ του ΕΣΔΕΠ ΠΘ.

Άρθρο 3 – Ανώτατο Συμβούλιο της ΕΘ.Α.Α.Ε.

• (1)«Ο Πρόεδρος επιλέγεται με απόφαση της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, που λαμβάνεται σύμφωνα με τον κανονισμό της Βουλής, κατόπιν πρότασης του Υπουργικού Συμβουλίου μετά από εισήγηση του Υπουργού Παιδείας.» Πρόκειται για μια επιτροπή του Υπουργείου Παιδείας απόλυτα ελεγχόμενη από την εκάστοτε κυβέρνηση. Ο παραπάνω τρόπος ορισμού πληροί τα κριτήρια συμμετοχής της ΕΘ.Α.Α.Ε. ως μέλους της Ευρωπαϊκή Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας (ENQA); [βλ. εδώ σελ.22, Παράγραφος 3.3 Independence: “…Organisational independence, demonstrated by official documentation (e.g. instruments of government, legislative acts or statutes of the organisation) that stipulates the independence of the agency’s work from third parties, such as higher education institutions, governments and other stakeholder organisations;…” Άρθρο 16 – Κατανομή της δημόσιας χρηματοδότησης στα Α.Ε.Ι. (θα ισχύσει από το 2022 σύμφωνά με δημοσιεύματα).

• (2) «α) Το 80% της τακτικής χρηματοδότησης στα Α.Ε.Ι. κατανέμεται σύμφωνα με τα κατωτέρω, ιδίως, κριτήρια:

αα)το συνολικό αριθμό των εγγεγραμμένων φοιτητών ανά πρόγραμμα σπουδών,

ββ) το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος σπουδών ανά φοιτητή για κάθε πρόγραμμα σπουδών,

γγ) τη διάρκεια των προγραμμάτων σπουδών,

δδ) το μέγεθος και τη γεωγραφική διασπορά του ιδρύματος.

β) Το 20% της τακτικής χρηματοδότησης στα Α.Ε.Ι. εντός των ορίων του προϋπολογισμού του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, κατανέμεται με βάση ενδεικτικούς δείκτες ποιότητας και επιτευγμάτων, στους οποίους επιλέγει να αξιολογηθεί κάθε Α.Ε.Ι.

Οι δείκτες αυτοί είναι, ιδίως, οι εξής:

αα) η ποιότητα και αποτελεσματικότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας, όπως ενδεικτικά η αριθμητική σχέση αποφοίτων προς εισερχόμενους φοιτητές, η αξιολόγηση των παρεχόμενων εκπαιδευτικών υπηρεσιών από τους φοιτητές και η πορεία επαγγελματικής απορρόφησης των αποφοίτων,

ββ) η ερευνητική δραστηριότητα, όπως ενδεικτικά ο αριθμός μελών του επιστημονικού προσωπικού που επιτυγχάνουν χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας, ο αριθμός Κέντρων Αριστείας στην έρευνα και ο αριθμός διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού που κατέχει θέσεις στα κεντρικά όργανα διοίκησης διεθνών ακαδημαϊκών ή ερευνητικών οργανισμών ή διεθνών επιστημονικών εταιρειών, ο αριθμός δημοσιεύσεων 2 ανά καθηγητή, ο αριθμός ετεροαναφορών ανά καθηγητή, ο αριθμός ανά καθηγητή απλών συμμετοχών σε διεθνή ανταγωνιστικά προγράμματα έρευνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων διεθνών οργανισμών και ο αριθμός ανά καθηγητή συμμετοχών με συντονιστικό ρόλο σε ανταγωνιστικά προγράμματα έρευνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων διεθνών οργανισμών.

γγ) Η διεθνοποίηση, όπως ενδεικτικά ο αριθμός των αλλοδαπών φοιτητών σε αναλογία με το συνολικό αριθμό εγγεγραμμένων φοιτητών, των φοιτητών που φοιτούν στο ίδρυμα μέσω των ευρωπαϊκών και διεθνών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, των φοιτητών που φοιτούν στο εξωτερικό μέσω ευρωπαϊκών και διεθνών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, καθώς και ο αριθμός συμφωνιών συνεργασίας με άλλα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ελλάδας ή του εξωτερικού.» … «Στην επιχορήγηση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό που κατανέμεται στα ιδρύματα με την ως άνω διαδικασία, συμπεριλαμβάνονται ειδικότερα οι λειτουργικές δαπάνες, οι δαπάνες προσωπικού και οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων» Την τελευταία δεκαετία η κρατική χρηματοδότηση περικόπηκε δραματικά (έως και 55%) [βλ. εδώ σελ.47] και όλα τα ΑΕΙ αγωνίζονται να ανταποκριθούν στις ανελαστικές τους δαπάνες.

Για πρώτη φορά στα χρονικά μέσω της προτεινόμενης νέας ΑΔΙΠ (ΕΘ.Α.Ε.Ε.) εισάγεται η χρηματοδότηση βάσει της αξιολόγησης, που θα δημιουργήσει συνθήκες οικονομικής ασφυξίας για τα πιο αδύνατα ιδρύματα, κυρίως της περιφέρειας. Η σύνδεση της αξιολόγησης με τμήμα κρατικής χρηματοδότησης είναι άκρως αποτυχημένη πολιτική όπου εφαρμόστηκε και αυτό έχει καταγραφεί και σε επιστημονικές έρευνες στη διεθνή βιβλιογραφία.

Τα ιδρύματα που δε θα έχουν υψηλούς δείκτες στην αξιολόγηση, τα οποία κατά τεκμήριο αναμένεται να είναι τα ιδρύματα που αυτή τη στιγμή υπολείπονται σε υποδομές προσωπικό και ζήτηση, θα τιμωρούνται αντί να ενισχύονται. Συνεπώς η νέα αρχή θα επιβάλλει τον κανόνα «οι πλούσιοι πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι».

Επομένως, το ΔΣ του ΕΣΔΕΠ δεν είναι δυνατόν να συμφωνήσει σε οποιαδήποτε περικοπή της ήδη πενιχρής κρατικής χρηματοδότησης που τώρα λαμβάνει οποιοδήποτε ΑΕΙ.

Επιπλέον τα κριτήρια που για το 20% της τακτικής χρηματοδότησης είναι μαχητά και, κυρίως, δεν εξαρτώνται από τα προς αξιολόγηση Ιδρύματα/Τμήματα αλλά από την εκάστοτε κυβερνητική πολιτική που επιβάλλεται στα Ιδρύματα, αρκετές φορές παρά τον αντίλογό τους. Ενδεικτικά, ο αριθμός των φοιτητών και ο τρόπος εισαγωγής τους καθορίζεται από την ίδια την πολιτεία (όπως εξάλλου και το ποσοστό των φοιτητικών μετεγγραφών).

Επιπροσθέτως, με την αξιολόγηση των καθηγητών, για μια ακόμη φορά δεν λαμβάνεται υπόψη ότι ανάμεσα στα μεγάλα επιστημονικά πεδία (π.χ. Ανθρωπιστικές, Κοινωνικές, Φυσικές Επιστήμες, Ιατρικές, Πολυτεχνείο) υπάρχουν μεγάλες διαφορές ως προς τα εγγενή κριτήριά τους για το τι ακριβώς θεωρείται συμβολή στην επιστήμη και πώς διαπιστώνεται. Είναι σαφές ότι το προτεινόμενο μοντέλο αγνοεί τελείως το έργο των Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών.

Η επιπλέον (πέραν του 100%) χρηματοδότηση κατόπιν αξιολόγησης μπορεί να αποτελεί πρόσθετη επιβράβευση αριστείας, να αφορά την χρηματοδότηση της έρευνας, ανάπτυξης και των υποδομών των πανεπιστημίων και όχι υποκατάσταση της παραπάνω βασικής χρηματοδότησης όπως καθαρά αναγράφεται στο σχέδιο νόμου. Διαφορετικά, δεν θα έχει καμιά ανταποδοτικότητα και δεν αποτελεί κίνητρο. Το μόνο που κατορθώνει αυτό το σχήμα 80% για όλα και 20% για ορισμένα ιδρύματα είναι να δυσκολεύει τρομερά τη λειτουργία 3 των δεύτερων ενώ δεν βελτιώνει την ποιότητα για κανένα.

Ενέχει τον προφανή κίνδυνο της θυσίας της ακαδημαϊκότητας στο βωμό της οικονομικής επιβίωσης, αλλά και την ανάπτυξη μιας επικίνδυνης εσωστρέφειας εντός (μεταξύ σχολών και τμημάτων του ιδίου ιδρύματος) και μεταξύ των ΑΕΙ της χώρας, καθώς επίσης και την εγκαθίδρυση ενός ακραίου ανταγωνισμού ή αλλιώς ενός ιδιότυπου «ακαδημαϊκού κοινωνικού αυτοματισμού» μεταξύ των ιδρυμάτων. Η τακτική χρηματοδότηση αφορά τη συνταγματική υποχρέωση της πολιτείας να εξασφαλίζει και να παρέχει επαρκείς πόρους για την, εκπαιδευτική και ερευνητική, λειτουργία των πανεπιστημίων.

Άρθρο 50 – Τροποποίηση της παραγράφου 5 του άρθρου 54 του ν. 4589/2019

Α. Τα πτυχία που χορηγούνται από ΑΕΙ της αλλοδαπής γίνονται δεκτά από το ΑΣΕΠ για τον διορισμό των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στα δημόσια σχολεία εφόσον έχουν αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων. Βάσει του ΠΔ 38/2010 ή απόφαση αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλου σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με συναφή τίτλο σπουδών για κλάδο εκπαιδευτικού.

Β. Οι μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών και τα διδακτορικά διπλώματα που χορηγούνται από εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής γίνονται δεκτά εφόσον έχουν αναγνώριση επαγγελματικής ισοδυναμίας συναφούς αντικειμένου με εκπαιδευτικό κλάδο.

Η Υπουργός Παιδείας, σε συνέχεια του άρθρου 169 που κατέθεσε στη Βουλή τον Οκτώβριο του 2019, με την οποία προβλέπεται αυτοματοποιημένη διαδικασία επαγγελματικής ισοδυναμίας των πτυχίων Κολλεγίων και ξένων Πανεπιστημίων, τώρα επιτρέπει και τον διορισμό εκπαιδευτικών ΜΟΝΟ με βάση τα επαγγελματικά δικαιώματα που τυχόν έχουν λάβει στο εξωτερικό και όχι μέσω της αναγνώρισης τίτλων σπουδών από το ΔΟΑΤΑΠ. Ακόμα και για διδακτορικά και μεταπτυχιακά (με μοναδική εξαίρεση θέσεις για καθηγητές ΑΕΙ και ερευνητές). Το άρθρο αυτό (όπως και το προηγούμενο του Οκτωβρίου) είναι σε πλήρη αντίθεση με το Άρθρο 16 του Συντάγματος, επιζήμια για το δημόσιο συμφέρον και απαξιωτική για την Ανώτατη Δημόσια Εκπαίδευση, που αναφέρει ρητά ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά και μόνο σε Δημόσια Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, άρθρο που δεν αναθεωρήθηκε από την προηγούμενη Βουλή που ήταν αναθεωρητική.

Το ΔΣ του Ενιαίου Συλλόγου Διδασκόντων του ΠΘ δεν μπορεί να είναι σύμφωνο με τη διαφαινόμενη ΝΕΑ μείωση τακτικής χρηματοδότησης του Ελληνικού Δημόσιου Πανεπιστημίου με το πρόσχημα της αξιολόγησης. Η αξιολόγηση θα γίνεται από την ΕΘ.Α.Α.Ε..

Η νέα αυτή αρχή θα έχει πρόεδρο με πολύ αυξημένη εξουσία όπου θα επιλέγεται κατόπιν πρότασης του Υπουργείου Παιδείας, άρα θα αμφισβητείται η ανεξαρτησία της, και έτσι δεν είναι βέβαιο ότι πληροί τα κριτήρια συμμετοχής της ως μέλους της Ευρωπαϊκή Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας (ENQA). Το Δημόσιο Πανεπιστήμιο δεν αντέχει άλλες περικοπές! Χρειάζεται σχέδιο αύξησης της χρηματοδότησης τώρα!

Χρειάζεται υποδομές που να λειτουργούν, διδακτικό (έχουμε τη χειρότερη σχέση αριθμού ενεργών φοιτητών που αντιστοιχούν σε μέλη ΔΕΠ στην Ευρώπη! [βλ. εδώ]) και 4 διοικητικό προσωπικό και σύγχρονες εγκαταστάσεις για την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφειά του.

Κατόπιν της απόφασης της γενναίας ετήσιας χρηματοδότησης με το πόσο των 2εκ ευρώ (και αναδρομικά και για το 2019) ιδιωτικού πανεπιστημίου του εξωτερικού (Θεολογική Σχολή της Βοστώνης), χωρίς κριτήρια αριστείας και με διοίκηση που ελέγχεται για διαφθορά, είμαστε βέβαιοι ότι λεφτά υπάρχουν και είναι θέμα προτεραιοτήτων πού κατανέμονται! Το συγκεκριμένο πανεπιστήμιο έχει μόλις 154 φοιτητές. Το ποσό της χορηγίας είναι παραπλήσιο με τη χρηματοδότηση ενός μεσαίου μεγέθους πανεπιστημίου της χώρας μας (π.χ. Πάντειο, Πειραιώς, Μακεδονίας, Πελοποννήσου) με πάνω από 6.000 φοιτητές (και με 9, 9, 8 και 22 τμήματα και κάμποσα μεταπτυχιακά προγράμματα), με βάση τα ποσά και το μέγεθος των πανεπιστημίων το 2018.

Επομένως, η κατανομή των δαπανών του σχήματος 80-20 σε «…λειτουργικές δαπάνες, δαπάνες προσωπικού και δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων» που αναφέρει σαφώς το σχέδιο νόμου, σε συνδυασμό με την άκριτη αναγνώριση των επαγγελματικών δικαιωμάτων ως το μόνο κριτήριο για διορισμό στο δημόσιο παρακάμπτοντας το ΔΟΑΤΑΠ, αποτελεί ευθεία επίθεση στο Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο.

Αν το υπουργείο θέλει να δώσει κίνητρα για αριστεία και εξωστρέφεια, υπάρχουν εργαλεία προώθησης της έρευνας και της καινοτομίας, τα οποία θα πρέπει να αξιοποιήσει και να μην βάζει τα πανεπιστήμια να ανταγωνίζονται για λειτουργικά έξοδα όπως π.χ. η θέρμανση!

Το ΕΣΔΕΠ ΠΘ καλεί

• τη Σύγκλητο του ΠΘ να τοποθετηθεί απέναντι στα πολύ σοβαρά θέματα που τίθενται από την κατάθεση του νομοσχεδίου,

• το Υπουργείο Παιδείας να προβεί σε άμεσες προσλήψεις μελών ΔΕΠ (τις ήδη προγραμματισμένες για το 2019) και την ΤΑΚΤΙΚΗ αναπλήρωση των μελών ΔΕΠ που συνταξιοδοτούνται καθώς και σε νέες θέσεις,

• το Υπουργείο Παιδείας να χρησιμοποιήσει την αξιολόγηση για την αύξηση επιτέλους της χρηματοδότησης για τα ΑΕΙ της χώρας και τη δημιουργία σύγχρονων δομών και υποδομών ανάλογα με τις ανάγκες που προκύπτουν από την αξιολόγηση και όχι ως μέσο για την περαιτέρω μείωση της χρηματοδότησης των ΑΕΙ,

• να αποσύρει το άρθρο 50 του νομοσχεδίου που οδηγεί στην δια της πλαγίας οδού καταστρατήγηση του άρθρου 16 του Συντάγματος.

Προηγούμενο άρθροΗ πίτα της Ένωσης Ποντίων (φωτο)
Επόμενο άρθροΟι ξεχασμένοι Έλληνες επιβάτες του Τιτανικού