Αντίθετος στο πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που προβλέπει την παύση ποινικής δίωξης για σειρά αδικημάτων που αντιμετωπίζουν ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή υποθέσεις για τις οποίες έχουν επιβληθεί ποινές φυλάκισης μέχρι 6 μήνες, ή χρηματική ποινή ή προσφορά κοινωνικής εργασίας, για την αποσυμφόρηση των ποινικών διαδικασιών, που εκκρεμούν, εμφανίζεται ο Δικηγορικός Σύλλογος Βόλου.
“Η νομοθεσία που προωθεί το υπουργείο Δικαιοσύνης, στο πλαίσιο του πολυνομοσχεδίου που την Δευτέρα ψηφίστηκε επί της αρχής με ευρεία πλειοψηφία από τη Βουλή και αναφέρεται στην παύση ποινικής δίωξης για σειρά αδικημάτων που αντιμετωπίζουν ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή υποθέσεις για τις οποίες έχουν επιβληθεί ποινές φυλάκισης μέχρι 6 μήνες, ή χρηματική ποινή ή προσφορά κοινωνικής εργασίας, αποτελεί εδώ και αρκετά χρόνια σταθερή επιλογή του υπουργείου Δικαιοσύνης, με πανομοιότυπο διακηρυγμένο στόχο την αποσυμφόρηση των ποινικών διαδικασιών, που εκκρεμούν, ενώπιον των Ελληνικών Δικαστηρίων”, δήλωσε ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Βόλου.
Όπως ανέφερε, “η επαναλαμβανόμενη νομοθέτηση αντίστοιχων διατάξεων, έχει απορριφθεί στις προηγούμενες εκδοχές της ότι συντελεί σε προσωρινή αποσυμφόρηση των ποινικών Δικαστηρίων, που όμως μεσοπρόθεσμα και κυρίως μακροπρόθεσμα, δεν επιτελεί τον επιδιωκόμενο σκοπό. Αντίστοιχα, οι σχετικές νομοθετικές προβλέψεις, ακριβώς λόγω της συχνής επαναληπτικότητάς τους, καταλήγουν τελικά στο να διαμορφώνεται στη συνείδηση του μέσου πολίτη η αίσθηση ατιμωρησίας για ποινικά αδικήματα που αντιμετωπίζουν προ προαναφερθέν εύρος ποινής».
Με ορθολογικά κριτήρια και διαδικασίες
Περαιτέρω, ο κ. Στρατηγόπουλος, ανέφερε πως οι σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες συμβάλλουν στη μείωση της δικηγορικής ύλης (ως παρεχόμενο αποτέλεσμα της απόσυρσης πολλών χιλιάδων υποθέσεων από τα πινάκια των ποινικών σχηματισμών), γεγονός που σαφέστατα πλήττει το Δικηγορικό σώμα, ειδικά μέσα σε συνθήκες κρίσης, που καλείται να λειτουργήσει τα τελευταία 10 χρόνια.
Σύμφωνα με τον Πρέδρο του ΔΣΒ, η αντιμετώπιση του συνωστισμού υποθέσεων στα ποινικά Δικαστήρια, μπορεί και πρέπει να γίνεται με επιλογή πλέον ορθολογικών κριτηρίων και διαδικασιών και ειδικότερα την ενίσχυση των δικαστικών σχηματισμών με έμψυχο υλικό, την εξασφάλιση περισσότερων ακροατηρίων και τέλος τη θέσπιση πλέον εύστοχων δικονομικών επιλογών, ως προς τον χρόνο ωρίμανσης και εκδίκασης των εν λόγω υποθέσεων.
«Μόνο με την τρόπο αυτό, η Πολιτεία θα εκπέμψει μήνυμα σεβασμού του νόμου προς τους πολίτες και θα αποδείξει ότι υποστηρίζει τη λειτουργία της Δικαιοσύνη, χωρίς να καταφεύγει σε αποσπασματικές και ταυτόχρονα καταστροφικές επεμβάσεις που άπτονται αυτής (δικαστικής λειτουργίας)», κατέληξε .
