Ομιλία Ευ. Βενιζέλου στην εκδήλωση της διαΝέοσις «Οι αξίες μας» (12.12.2018) 

* Video: https://vimeo.com/306116347 

Η Ελλάδα και η Παγκόσμια Έρευνα Αξιών.

Ευχαριστώ για την πρόσκληση τη ΔιαΝεοσις και προσωπικά τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο. Ευχαριστώ πάρα πολύ και τους προλαλήσαντες για την εξαιρετική παρουσίαση. Έχω παρακολουθήσει και μία προκαταρκτική παρουσίαση από τον Κυριάκο Πιερρακάκη επί βρετανικού εδάφους πριν μερικές εβδομάδες στο Ditchley Foundation και έχω μια κάποια προδιάθεση για το περιεχόμενο της έρευνας, την οποία μελέτησα με βάση τις επιστημονικές  εκθέσεις  που έχουν καταρτιστεί. Έλαβα υπόψη βέβαια και αυτά που έγραψε και είπε και ο Στράτος Φαναράς

Η βασική μου παρατήρηση είναι ότι η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε αξιακή σύγχυση. Είναι μία κοινωνία αξιακών αντιφάσεων. Δεν αποδέχομαι εύκολα, άνετα και καλόπιστα την ακρίβεια των απαντήσεων.  Θεωρώ ότι υπάρχει ένα στοιχείο επιφυλακτικότητας, ακόμη και θεατρικότητας, ακόμη κι όταν το ερωτηματολόγιο έχει τη μορφή  τετ-α-τετ συνάντησης και καταγραφής. Ακόμη περισσότερο, όταν δεν υπάρχει η ανωνυμία των τηλεφωνικών απαντήσεων και ερωτήσεων. Υπάρχουν δημοσκοπικά στερεότυπα στα οποία μετέχει και η κοινωνία που ερευνάται. Διατηρώ συνεπώς μια κάποια επιφύλαξη. 

Δεν παρουσιάστηκε το τμήμα της έρευνας που αφορά την αντίδραση της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στην οικονομία, γιατί αυτό είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα που θα ήθελα να χρησιμοποιήσω. Εάν παρουσιαζόταν το τμήμα αυτό, θα βλέπαμε ότι η ελληνική κοινωνία εμφανίζεται οικονομικά φιλελεύθερη λόγω αγανάκτησης. Δεν θέλει φόρους και δεν θέλει κρατικές υπηρεσίες. Γιατί θεωρεί ότι επιβαρύνεται πάρα πολύ από φόρους οι  οποίοι  επιβαρύνουν  το 19% μόνον των φυσικών προσώπων και το 4,5% των νομικών προσώπων. Και δεν θέλει κρατικές υπηρεσίες, αλλά ταυτόχρονα στις περαιτέρω ερωτήσεις είναι έντονα κρατικιστική. Τα περιμένει όλα από το κράτος. Θέλει κράτος ισχυρό, παροχικό, αποτελεσματικό, με υψηλού επιπέδου πολιτικούς θεσμούς στους οποίους θα παρείχε την εμπιστοσύνη της η κοινωνία, αλλά δεν την παρέχει τώρα στους διαιρετικούς

θεσμούς, όπως είπε ο κ. Φαναράς. Αλλά χωρίς τους διαιρετικούς θεσμούς, που είναι τα κόμματα και το κοινοβούλιο δεν υπάρχει δημοκρατία. Οι άλλοι θεσμοί, οι θεσμοί οι οποίοι είναι συμπαγείς, είναι μονολιθικοί θεσμοί, είναι θεσμοί κράτους δικαίου ή θεσμοί κύρους ή θεσμοί καταστολής. Άρα είναι θεσμοί οι οποίοι δεν ελέγχονται δημοκρατικά. 

Η δεύτερη παρατήρησή μου είναι ότι η κοινωνία εμφανίζεται έντονα συντηρητική, – όπως είπαν όλοι οι προηγηθέντες-, καχύποπτη, ανασφαλής, φοβική. Φοβική από τη μικρή κλίμακα  της γειτονιάς, μέχρι και την ύψιστη  κλίμακα της παγκοσμιοποίησης. Η φοβικότητα είναι κατά τη γνώμη μου το μεγάλο πρόβλημα όχι μόνο της ελληνικής κοινωνίας, αλλά όλων των ευρωπαϊκών κοινωνιών.

Αυτό που συμβαίνει με τα κίτρινα γιλέκα στην Γαλλία, αυτό που συμβαίνει με το brexit, αυτό που συμβαίνει με την πολιτική κρίση στη Γερμανία που πιέζει όλα τα συστημικά κόμματα, αυτό που συμβαίνει με  το πολιτικό σύστημα στην Ιταλία, έχει έναν κοινό παρανομαστή. Η Ευρώπη οικοδομήθηκε πάνω σε μεταπολεμικές κοινωνίες επαναπαυμένες και ασφαλείς. Και κλονίζεται επειδή οι ευρωπαϊκές κοινωνίες γίνονται φοβικές και ανασφαλείς. Αυτό είναι το μεγάλο θέμα της ευρωπαϊκής δημοκρατίας. 

Η ελληνική κοινωνία επιπλέον εμφανίζεται αρχαϊκή. Γιαυτό θέλει μικρό πυρήνα συμβίωσης και αλληλεγγύης. Θέλει μια οικονομική μονάδα που είναι η οικογένεια.  Λόγω της κρίσης η οικογένεια δεν είναι θεσμός κοινωνικός μόνο. Δεν λειτουργούν  δεσμοί συγγένειας μόνο. Λειτουργούν  δεσμοί θεμελιώδους οικονομικής αλληλεγγύης. Από την κοινή στέγαση μέχρι την επιδοματική πολιτική. Οι μεταβιβαστικές πληρωμές είναι ενδοοικογενειακές, λόγω της κρίσης του κοινωνικού κράτους, της δημοσιονομικής και της δημογραφικής. 

Ταυτόχρονα, αν βλέπαμε και τα υπόλοιπα της έρευνας, η κοινωνία είναι εντυπωσιακά ανεκτική απέναντι στις κοινωνικά φιλελεύθερες πρωτοβουλίες  του κράτους– δηλαδή του πολιτικού και επικοινωνιακού συστήματος υπό την πίεση των διεθνών προτύπων πολιτικής ορθότητας. Για παράδειγμα , αποδέχεται το σύμφωνο συμβίωσης μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών. Δηλώνει σε υψηλά ποσοστά ευτυχισμένη και υγιής. Δηλώνει σε ποσοστό 70% ευτυχισμένη. Έχει υψηλό δείκτη ευτυχίας και υγείας ως προσωπική κατάσταση ευεξίας. Και μικρό είναι το ποσοστό αυτών που είχαν πρόβλημα στέγης, τροφίμων, φαρμάκων. Είχαν αρκετοί πρόβλημα μετρητών, αλλά όχι στέγης, διατροφής και φαρμάκων. 

Τρίτη παρατήρηση που αφορά τον σεβασμιότατο. Η κοινωνία εμφανίζεται να έχει έντονο θρησκευτικό αίσθημα. Θα δείτε στην έρευνα αναλυτικά ότι δηλώνει θρησκευόμενη, αλλά δεν αποδέχεται τη βασική επαγγελία της μετά θάνατον ζωής. Δεν αποδέχεται το μήνυμα της ανάστασης, παρά μόνο σε ένα ποσοστό της τάξεως του 40- 45%. Στις έρευνες αυτές οι οποίες είναι πάγιες, κλασσικές έρευνες, η επιβεβαίωση του πραγματικού θρησκευτικού συναισθήματος γίνεται στο ερώτημα «αν αποδέχεσαι τη μετα θάνατο ζωή». Αλλιώς υπάρχει μια ντεϊστική αντίληψη περί θρησκείας,  αλλά δεν είναι η  χριστιανική αντίληψη περί θρησκείας. Επίσης δηλώνουν ότι προσεύχονται  ως προσωπική αίσθηση του θείου,  αλλά η θρησκευτικότητα είναι a la cart, όπως και ο εκκλησιασμός

Μου εξήγησε ο κ. Δεμερτζής ότι θα έπρεπε το κλάστερ των ορθοδόξων χωρών να ανέβει στο χάρτη, να κάνει ένα προγεφύρωμα και να περιλάβει και την Ελλάδα που είναι  εγκατεστημένη μέσα στο κλάστερ των καθολικών χωρών. Εγώ αυτήν την ταξινόμηση δεν την αποδέχομαι εύκολα, διότι είναι ένα αμάλγαμα βεμπεριανών τυπολογιών, οριενταλισμού και όταν δεν μπορεί  να ταξινομήσει έτσι όλα τα κράτη, χρησιμοποιεί άλλα στοιχεία όπως είναι για παράδειγμα η γλώσσα. Αγγλόφωνες χώρες, προτεστατινές χώρες. Η Γερμανία τι χώρα είναι που είναι η μισή έτσι και η μισή αλλιώς; Θέλω να πω είναι πολύ δύσκολο να εφαρμόσεις αυτά τα βεστφαλικά κριτήρια στο χάρτη. Ο χάρτης ως βεστφαλικός δεν αντέχει, θα τα δει αυτά η επιστήμη.

Πάντως η αλήθεια είναι ότι  η Ελλάδα αντιλαμβάνεται πράγματι, όπως είπε και ο Στράτος Φαναράς  προηγουμένως, πόσο μειωμένος είναι ο περιλάλητος εξαιρετισμός της. Αλλά ο εξαιρετισμός είναι θεμελιώδες στοιχείο της κρίσης εθνικής ταυτότητας. Η κρίση έχει προκαλέσει ταυτοτική κρίση. Στην ελληνική ταυτοτική κρίση ο εξαιρετισμός είναι στοιχείο ύπαρξης, είναι ιδιοσυστασία. Αν αφαιρέσεις τον εξαιρετισμό παύει να έχει λόγο ύπαρξης η συζήτηση περί ταυτότητας. Πρέπει όμως να αντιληφθεί η ελληνική κοινωνία  ότι υπάρχει μια κολοσσιαία αντίφαση ανάμεσα στην πραγματική πορεία του νεοελληνικού κράτους που γεννήθηκε ως δυτικό, μεγάλωσε ως δυτικό και μεγαλούργησε ως δυτικό και τον ιδεολογικό αταβισμό της ελληνικής κοινωνίας που είναι στραμμένη στην ανατολή.

Αυτό στην αρχική φάση εξηγείται διότι το δυτικό ιδεολόγημα έφτανε για να κάνεις κράτος, για να μεγαλώσεις το κράτος ήθελες Μεγάλη Ιδέα. Ήθελες αναγωγή στο Βυζάντιο, έπρεπε να στραφείς προς την Ιωνία, προς την Ανατολή. Αυτό όμως το κατέκτησε η Ελλάδα λόγω της πρόσδεσης της στο δυτικό άρμα, στο βρετανικό άρμα και το έχασε κάθε φορά που αυτό αμφισβητήθηκε. Από αυτή την αντίφαση δεν μπορούμε να ξεφύγουμε ακόμη και τώρα. Ενώ έχουμε αυτή τη στιγμή συναγωνισμό ευρωπαϊσμού και αμερικανοφιλίας, από την άλλη μεριά ψάχνουμε πάντα ex oriente lux, εξ ανατολών το φως. Πάλι Ρωσία, Κίνα, που είναι ψευδαίσθηση αλληλεγγύης εκτός δύσης και εκτός Ευρώπης.


Εμφανίζεται η κοινωνία πολιτικά δημοκρατική σε υψηλά ποσοστά, με κρίση αντιπροσώπευσης, κρίση συμμετοχής και κρίσης νομιμοποίησης. Αυτή είναι η γενική κρίση της ευρωπαϊκής δημοκρατίας, η οποία είναι και κρίση ευημερίας -διότι οικοδομήθηκε στο κοινό όραμα της ευημερίας η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση- είναι και κρίση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. 

Η παγκόσμια κρίση δημοκρατίας οφείλεται σε ένα συγκλονιστικό γεγονός, στο γεγονός ότι μπορείς να έχεις οικονομική ανταγωνιστικότητα και ανάπτυξη χωρίς δημοκρατία. Μέχρι πριν από 20 χρόνια ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα σήμαινε δημοκρατία. Έτσι κατέρρευσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός. Τώρα το κινεζικό παράδειγμα της αξιοκρατίας, της meritocracy που είναι κουμφουκιανικό παράδειγμα, γι΄αυτό υπάρχει κουμφουκιανό κλάστερ, δηλαδή πλατωνικό παράδειγμα, αμφισβητεί τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου σε πολύ μεγάλο βαθμό. Μπορείς να έχεις ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα χωρίς δημοκρατία, αλλά δεν μπορείς να έχεις ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και ευρωπαϊκή δημοκρατία χωρίς ευημερία. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα της Ευρώπης.

Από την άλλη μεριά, είναι έτοιμες οι κοινωνίες, και η ελληνική, να αποδεχθούν όχι ένα αυταρχικό μοντέλο, αλλά ένα μοντέλο αυταρχικής δημοκρατίας, δηλαδή ένα μοντέλο δημοκρατικό, πλειοψηφικό το οποίο όμως βασίζεται στον ισχυρό μονοπρόσωπο ηγέτη. Αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία, διότι συνδέεται με την επιρρέπεια που υπάρχει προς την απλούστευση, τον λαϊκισμό, τη συνομωσιολογική θεώρηση της Ιστορίας και της διεθνούς πολιτικής. Και αυτό καταλήγει πρακτικά στο να έχουμε μία κοινωνία, η οποία είναι παίκτρια, βάζει στοιχήματα, δεν διστάζει στο να διακινδυνεύσει συνολικά το κεκτημένο της χώρας. Δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015. Θέτω υπό διακινδύνευση συνολικά το κεκτημένο της χώρας και το ψηφίζω, με άνεση. Μετά μπορεί να το ανατρέψω, την επόμενη μέρα, αλλά το έχω ευχαριστηθεί. Είναι η ψυχολογία του παίκτη. Εν ου παικτοίς.  

Επίσης λένε τα άλλα στοιχεία της έρευνας ότι είμαστε μία κοινωνία ευρωπαϊκή, με υψηλή αποδοχή -αν και μειωμένη λόγω της κρίσης – και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και του ευρώ, αλλά ταυτόχρονα μία κοινωνία απολύτως ανέτοιμη να αποδεχθεί το μεταρρυθμιστικό πρόταγμα που προϋποθέτει μεταρρυθμιστικές αλλαγές για εμάς και όχι για τους άλλους. Και βέβαια μια κοινωνία περιορισμένης επίγνωσης των κινδύνων και επιφυλακτικότητας ως προς την αποδοχή των ίδιων των δυνατοτήτων της. 

Δηλαδή υπάρχει μια  αντιφατική και ως εκ τούτου αυτοακυρούμενη  αυτοπρόσληψη. Είμαστε ο περιούσιος λαός, το κέντρο της γης, αλλά είμαστε ταυτόχρονα και ο λαός της κακής μοίρας, της Ψωροκώσταινας. Αυτή είναι μια γενετική αντίφαση, από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει η ελληνική κοινωνία. Και γι΄αυτό δεν είναι μεταρρυθμιστική. Το μεγάλο πρόβλημα της χώρας είναι η αυτοπρόσληψη της κοινωνίας, οι αντιλήψεις της κοινωνίας. Αυτό το καθηλωτικό στοιχείο της αντίφασης που τώρα περιγράφει η έρευνα.

Αυτές είναι οι αξίες. Υπάρχει όμως και ο άξονας των αναγκών. Ο οριζόντιος άξονας τον οποίο λίγο τον αγνοήσαμε. Είναι σημαντικό να ακτινογραφείς τις αξίες, αλλά ακόμη σημαντικότερο βήμα είναι η κατανόηση των μεταβολών της τελευταίας 8ετίας στη κοινωνική  διαστρωμάτωση. Αναφέρομαι  κυρίως  στην επίπτωση που έχει η συστηματική και ενσυνείδητη αποδιάρθρωση της μεσαίας τάξης, η οποία τα τελευταία 4 χρόνια έγινε δόγμα.  Το δόγμα του υπερπλεονάσματος και της υπερφορολόγησης, είναι το δόγμα της ενσυνείδητης αποδιάρθρωσης της μεσαίας τάξης.

Άρα το ζήτημα είναι εάν μεταφέρουμε την ανάλυση  από την ανάλυση των αξιών στην ανάλυση των αναγκών και δούμε την υποδιαίρεση σε ανάγκες επιβίωσης και ανάγκες ελευθερίας που είναι πολυτελέστερες. Τι είναι η κοινωνία μας; Εγώ πιστεύω- αλλά αυτό είναι μια υπόθεση εργασίας- ότι είναι μια κοινωνία που αδυνατεί να προβεί σε ορθολογική εκτίμηση των αναγκών της. Κάνει μια εμπειρική και βιωματική εκτίμηση των αναγκών. Αλλά δεν μπορεί να κάνει προβολή και να δει πώς μπορεί να ξεφύγει από την παγίδα, από τον εγκλωβισμό, από την κακή κατάσταση και να μετατεθεί σε μια καλύτερη κατάσταση.

Για μένα λοιπόν το ζητούμενο είναι μια κοινωνία με πρόταγμα εί  δυνατόν μεταρρυθμιστικό, όχι μόνο με θυμό, όχι μόνο με απορριπτική διάθεση, όχι μόνο με αγωνία.

Βεβαίως αναδεικνύονται από την έρευνα -φαίνεται αυτό στην ανάλυση- εθνικοί στόχοι, αυτονόητοι. Ισχυρό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης, σταθερή οικονομία, πάρα πολύ γενικοί όμως. Αναιρούνται δια της γενικότητός τους. Εμείς χρειαζόμαστε μια κοινωνία όχι ολιγαρκή, αμυντική  και εγκλωβισμένη στην παγίδα της φτώχειας και της στασιμοχρεωκοπίας, αλλά δημιουργική, μεταρρυθμιστική, απαιτητική και εξωστρεφή. 

Αυτό είναι πολύ μεγάλο ζήτημα. Η κοινωνία από μόνη της δεν μπορεί να υπερβεί τον εαυτό της. Οι κοινωνίες ποτέ δεν μπορούν να υπερβούν τον εαυτό τους από μόνες τους. Οι κοινωνίες είναι – ας το πούμε έτσι – χομπσιανές, είναι σε κατάσταση  bellum omnium Contra omnes. Χρειάζονται κινήσεις ορθολογισμού, εκλογίκευσης, εκπολιτισμού. Αυτό το κάνει το πολιτικό σύστημα, η δημοκρατία, η πολιτική. Άρα χρειάζεται αλλαγή σε πολιτικό επίπεδο, προκειμένου να εκπεμφθεί ένας άλλος δημόσιος λόγος, που μπορεί να στρέψει την κοινωνία προς τις κατευθύνσεις  που ανέφερα προηγουμένως.

Γι΄αυτο το μέγα ζητούμενο είναι η αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών, εφόσον αυτή η αλλαγή οδηγεί σε μια συγκεκριμένη πολιτική πρόταση που δίνει πειστικό κίνητρο συμφέροντος στην κοινωνία, όχι κίνητρο ρητορικό ούτε μόνο κίνητρο αξιακό. Κίνητρο συμφέροντος.- 


https://www.evenizelos.gr/speeches/conferences-events/423-conferencespeech2018/5910-omilia-ev-venizelou-stin-ekdilosi-tis-dianeosis-oi-aksies-mas.html

Προηγούμενο άρθροΟι Σοροπτιμίστριες δίπλα στην Κιβωτό
Επόμενο άρθροΠαρουσίασε τους πρώτους 27 υποψήφιους ο Δ. Κουρέτας.