
Του Γιάννη Αναστασίου
Ίσως το σημαντικότερο ζήτημα που αναδεικνύεται εκ νέου με αφορμή την φασίζουσα διαπόμπευση του Πρύτανη της ΑΣΟΕΕ, είναι γιατί κάποιος που αυτοπροσδιοριζεται ως επαναστάτης και αριστερός, που νομίζει πως διέπεται από όσα αυτή η “ταυτότητα” προσδιορίζει, φτάνει στο σημείο να συμπεριφερθεί ως χειρότερος ή όμοιος από τον ταξικό εχθρό του. Η πλάνη του τί ήταν και είναι αριστερό και προοδευτικό… σε συνδυασμό με τον λαϊκίστικο “επαναστατισμό” της βίας που εκφράζουν ομάδες “αγωνιστών” ως αριστερίστικη πρακτική… ειναι το ένα ζήτημα που εν τέλει καταλήγει να οδηγεί στην μεγάλη αυταπάτη του τι νομίζουν κάποιοι ότι εκπροσωπούν. Το άλλο θέμα ωστόσο είναι ίσως το σοβαρότερο. Εκείνοι που αθροίζουν στις δυνάμεις της Αριστεράς ομάδες που καλύπτουν ή και υποθάλπουν τέτοιου είδους πολιτικές συμπεριφορές… γιατί βρίσκονται σε πολιτική αμηχανία κάθε φορά που πρέπει να λάβουν αποστάσεις σαφείς και ξεκάθαρες; Η απάντηση περί της λαϊκιστικής εκδοχής της κυβέρνησης αριστεράς του σήμερα που δεν είχε κανένα θέμα να συνυπάρχει στις πλατείες των αγανακτισμένων με κάθε λογής άκρο, που συγκυβέρνησε με τον Καμένο και έκανε υπουργό Δικαιοσύνης των αρχηγό της ΕΥΠ του Καραμανλή… δείχνει να είναι η εύκολη απάντηση. Ωστόσο αυτή η ερμηνεία, αδικεί το λαϊκό ρεύμα που όσο και εάν παρασύρθηκε από την λαϊκίστικη οπτική των πραγμάτων της περασμένης δεκαετίας, αναζήτησε και εμπιστεύθηκε την προοδευτική εναλλακτική διακυβέρνηση της χώρας στον ΣΥΡΙΖΑ και τον Α.Τσίπρα. Δεν είναι ωστόσο η πρώτη, ούτε η μοναδική φορά που αδικείται η λαϊκή επιθυμία και αντίληψη περί προοδευτικής διακυβέρνησης, στο όνομα της οποίας άλλωστε εκτυλίσσεται η πολιτική πραγματικότητα συνήθως. Ο Τσοχατζόπουλος και τα φαινόμενα παθογένειας & λαϊκισμού της διακυβέρνησης του συστήματος ΠΑΣΟΚ δεν προσέβαλαν αυτή τη λαϊκή επιθυμία; Η απάντηση είναι προφανής: ΝΑΙ, αλλά το ΠΑΣΟΚ άλλαξε τη χώρα και ενώ έφταιξε για πολλά, στην κρίσιμη στιγμή σήκωσε πολιτικά -και το πλήρωσε- το βάρος της ευθύνης του σωστού και αναγκαίου για τη διάσωση της πατρίδας, έστω και εάν δεν ολοκλήρωσε την αναγκαία απεξάρτηση του από καταστάσεις του χθες που το κρατούν στάσιμο και μικρό. Εκεί λοιπόν ίσως πρέπει να εστιάσει κανείς αν θέλει να βγάλει πραγματικά συμπεράσματα… για τα φαινόμενα της αμηχανίας και των ομάδων εξουσίας, που προσπαθούν σε βάρος της ανασύνθεσης του προοδευτικού χώρου, να συντηρήσουν με την στάση τους τον διχαστικό λόγο και εν τέλει την πολιτική ακινησία, που ευνοεί τις κομματικές νομενκλατούρας που εκπροσωπούν.
Η αυτοκριτική που συνοδεύεται από πράξεις ήθους, αρχών και αξιών της Αριστεράς και της προοδευτικής παράταξης είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίες. Μονον έτσι τα λάθη του χθες μετουσιώνονται σε ελπίδα και προοπτική. Η πολιτική πραγματικότητα και ο πολιτικός αντίπαλος επιβάλλει και επιβάλλεται καθορίζοντας τον πολιτικό χρόνο της ηγεμονίας του, όταν απουσιάζουν οι συνθήκες ανασύνθεσης με ειλικρινή ματιά στο χθες, στις ευθύνες, στα λάθη και τις παραλείψεις για όλους. Η διαπόμπευση του Πρύτανη και τόσα άλλα που έχουν συμβεί (από τη στάση που κράτησε ο καθένας στη συνθήκη των Πρεσπών, μέχρι τον Καλογρίτσα και τη Novartis) θυμίζουν σε όλους όσους πραγματικά επιδιώκουν την υγιή αναγέννηση της Δημοκρατικής Παράταξης, πως η αυτοκριτική και η έλλειψη διχαστικού λόγου και πράξεων, σε συνδυασμό με το πολιτικό ήθος και τις σύγχρονες απαντήσεις στα σύνθετα προβλήματα του σήμερα, μπορούν ως αναγκαίες προϋποθέσεις εκ νέου να συγκινήσουν τους πολίτες, στην ανάγκη διαμόρφωσης ενός νέου πλειοψηφικού κοινωνικού προοδευτικού συμβολαίου.
















