«Κι εσύ θα φύγεις και θα περάσεις και θα ξεχάσεις αλλά δεν…. θα ξεχαστείς! Αυτό είναι το μόνο σίγουρο για τον Τόλη Βοσκόπουλο».

Δεν θα ξεχαστεί όχι μόνο για τα τραγούδια του, δεν θα ξεχαστεί όχι μόνο για την πληθωρική παρουσία του που γέμιζε την πίστα, δεν θα ξεχαστεί όχι μόνο για τη συμμετοχή του στις παλιές ελληνικές ταινίες, και για τη φωνή του, που υμνησε τον έρωτα όσο κανείς άλλος.

Δεν θα ξεχαστεί, επειδή στις ζωές των ανθρώπων που βρέθηκαν στο διάβα του είτε  για λίγο είτε για πολύ, για τον καθένα ξεχωριστά είχε και έναν μοναδικό, διαφορετικό ρόλο.

Θυμάμαι την πρώτη φορά που τον συνάντησα στην Θεσσαλονίκη. Είχε επιλέξει να με συμπεριλάβει στην ομάδα του και να συνεργαστούμε για όσο διάστημα θα εμφανίζονταν στη συμπρωτεύουσα. Δεν ήξερα ότι αυτή η συνεργασία θα αποτελούσε για μένα ίσως ένα από τα μεγαλύτερα «σχολεία» που έχω περάσει στη ζωή μου. Για ένα χρόνο η καθημερινή επαφή μαζί του από την ώρα που ξυπνούσε μέχρι την ώρα που πήγαινε για ύπνο (και πιστέψτε με αυτές οι ώρες ήταν πάρα πολλές γιατί δεν του άρεσε να κοιμάται πολύ) ήταν γεμάτες και κυλούσαν σα νερο!!!  Είναι πολλά αυτά που μπορώ να θυμηθώ για τον ένα χρόνο που ήμουν δίπλα του ξέρω όμως ότι όλα αυτά δεν έχουν σημασία για κανέναν άλλον,παρά μόνο για μένα . Είναι όμως κάποιες στιγμές που  μου φέρνουν ανεπαίσθητα  χαμόγελο στα χείλη μου όταν τις θυμάμαι.

Τόλης Βοσκόπουλος – Μαρούλα Μαλιαχόβα

Είναι όταν (που και που), τον αποκαλούσα κύριο Τόλη και γελώντας κάθε φορά μου ελεγε «ή θα με λες Τόλη ή κύριο Βοσκόπουλο όχι κύριο Τόλη, δεν είμαι ο κυρ Τόλης ο περιπτεράς», υπονοόντας ότι δεν ταίριαζε στην συνεργασία και τη σχέση μας. Πώς όμως να αποκαλέσω Τόλη με το μικρό του όνομα έναν άνθρωπο που για μένα αποτελούσε έναν μυθο ήδη από τα παιδικά μου χρόνια και από την άλλη πώς να τον αποκαλέσω κύριο Βοσκόπουλο τόσο ψυχρά και τυπικά όταν αυτός ο άνθρωπος στις χαλαρές στιγμές του καθόταν απέναντί μου και άνοιγε την καρδιά του σαν να μιλούσε στο πιο δικό του άτομο! Και φυσικά είναι αδύνατον να ξεχάσω κάθε βράδυ λίγο πριν την εμφάνισή του στο καμαρίνι που μου έλεγε «Μαρουλάκι δεν μας παραγγέλνεις από ένα μπουκάλι; Ενα για σένα και ένα για μένα . Για αρχή!!!» Και φυσικά εννοούσε ένα μπουκάλι νερό για τον καθένα! Δεν έπινε, ούτε καν μύριζε το αλκοόλ και επέβαλε σε όλους μας όπως και σε μένα να πίνουμε ατελείωτο νερό!

Θυμάμαι που μόλις έβγαινε στην πίστα παρακολουθούσα από μία γωνία όλο το πρόγραμμα του με δάκρυα στα μάτια, σχεδόν όλο το βράδυ. Εκείνη τη στιγμή ακόμη και αν δεν ήσουν,ένιωθες ερωτευμένος ακόμη και αν δεν πονούσες, ένιωθες κάτι να σου ραγίζει την καρδιά και όλα αυτά με τη φωνή του αλλά πολυ περισσότερο με την ερμηνεία του πάνω στην πίστα.

Ο κύριος Τόλης που γνώρισα ήταν πραγματικά Κύριος!!! Κύριος στις γυναίκες κάθε ηλικίας που κατέκλυζαν το καμαρίνι του, κύριος απέναντι στους φίλους του, κύριος απέναντι στους συνεργάτες του και στον κόσμο που τον χειροκροτούσε. Και όταν τα φώτα έσβηναν παρέμενε κύριος. Αλλά με μία ευαισθησία που την έβγαζε μόνο στους κοντινούς του ανθρώπους. Ήταν δύσκολο να διαχειριστείς την αλλαγή σε αυτή την πληθωρική φυσιογνωμία, του αγέρωχου λιονταριού που έβλεπες να κινείται περήφανα στη σκηνή ξαφνικά να γαληνεύει και να γίνεται ένας ευαίσθητος και ρομαντικός άνθρωπος που δεν δίσταζε απροκάλυπτα ακόμη και να βουρκώσει!!!

Θυμάμαι επίσης με χαμόγελο, την εμμονή που είχε να ταιριάζει απόλυτα και με μαθηματική ακρίβεια τα μανικετόκουμπα του, τις κάλτσες του και φυσικά το χαρακτηριστικό μαντιλάκι που δεν έλειπε ποτέ από το τσεπάκι του σακακιού του. Ήταν άντρας παλαιάς κοπής τόσο στην εμφάνισή του όσο και στο «μέσα» του. Τις ατελείωτες ώρες που περνούσαμε στον ίδιο χώρο της δουλειάς άκουγα αμέτρητες ιστορίες και σαν μικρό παιδί το κοιτούσα στα μάτια και περίμενα με αγωνία να ακούσω το φινάλε!

Διηγήσεις με χρώμα ασπρόμαυρο, με λεπτομέρειες για τον ελληνικό κινηματογράφο, ιστορίες για το πώς εμπνεύστηκαν οι δημιουργοί κάποια τραγούδια του που προκαλούσαν απομυθοποίηση και του ζητούσα να μην μου «το χαλάσει» και γελούσε. Ιστορίες για τις γυναίκες της ζωής του και πόσο βαθιά ήταν δεμένος με αυτό το συναίσθημα… του έρωτα!

Μιλούσε εκφραστικά, δίνοντας έμφαση με τα χέρια του , με αυτή τη βαθιά φωνή και πολλές φορές ακούγοντας τον νόμιζα ότι απλά έπαιζε σε κάποια ταινία.

Υπήρχε όμως μία έκφραση στο πρόσωπό του και στο βλέμμα του που ανήκε μόνο σε δύο πρόσωπα! Σε κανέναν άλλο, όσο κοντινός και αν ήτανε στην καθημερινότητά του. Ήταν αυτή η έκφραση, όταν έβλεπε την Άντζελα και τη λατρεία της ζωής του, την κόρη του Μαρία! Εκεί έβλεπες απλά ένα μικρό παιδί! Ο τρόπος που κοιτούσε αυτές τις δύο γυναίκες ήταν μοναδικός και δεν θύμιζε σε τίποτα τον «Άρχοντα» που λίγο πριν στην πίστα αποθέωνε ο κόσμος.

Τελικά ο «δικός μου Τόλης» δεν διαφέρει από τον Τόλη που γνωρίζει και αγαπά όλος ο κόσμος. Γιατί όλα αυτά που ήταν ο Τόλης είναι αποτυπωμένα με τη ζωή του και τη φωνή του, μέσα στα τραγούδια του που τα μοιράστηκε με όλους μας.

Άρχοντα Καλό ταξίδι! Είθε εκεί που πας, να είναι πάντα ανθισμένες και να μοσχοβολούν αιώνια οι γαρδένιες του ουρανού!

Πηγή: e-stage.gr

Προηγούμενο άρθροΝτοκουμέντο: Βοσκόπουλος – Διονυσίου στα μπουζούκια στη Λάρισα
Επόμενο άρθροΤόλης Βοσκόπουλος: Όταν ο “πρίγκιπας” παντρεύτηκε ξαφνικά τη Μαρινέλλα φορώντας τζιν