
Του Πάνου Σκοτινιώτη
Η Ιστορία μπορεί να μην επαναλαμβάνεται, «συχνά όμως ομοιοκαταληκτεί». Μια φράση που αποδίδεται στον Μαρκ Τουαίην, η οποία ταιριάζει γάντι στην περίπτωση του Παγασητικού. Τότε, ήταν τα λύματα του εργοστασίου αχυροκυτταρίνης (χαρτομάζας) της Λάρισας. Τώρα, είναι η εγκατάσταση πλωτής εξέδρας για αποθήκευση – αεριοποίηση LNG.
Ας γυρίσουμε, λοιπόν, ακριβώς 56 χρόνια πίσω: Ήταν 20 Απριλίου 1967, ημέρα Πέμπτη και τότε, όπως και φέτος, λίγες ώρες πριν από την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας. Στην αίθουσα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου συγκεντρώθηκαν σύσσωμοι οι φορείς της πόλης, με πρωτοβουλία των δημοτικών αρχών Βόλου και Νέας Ιωνίας (δήμαρχοι οι αείμνηστοι Θ. Κλαψόπουλος και Γ. Μπαλής ‒ ναι, υπήρξαν και δήμαρχοι που υπερασπίζονταν το περιβάλλον αντί να προμοτάρουν τους επίδοξους ολετήρες του). Οι συγκεντρωθέντες αξίωσαν να διακοπεί αμέσως η, μέσω της σήραγγας της Κάρλας, διοχέτευση στον Παγασητικό των λυμάτων του εργοστασίου αχυροκυτταρίνης. Διατράνωσαν, επίσης, την απόφασή τους για αγωνιστικές κινητοποιήσεις, που θα έφθαναν μέχρι και σε αυτοδικία για το κλείσιμο της σήραγγας (η τραγωδία είναι ότι λίγες ώρες μετά, αρκετοί από τους πρωταγωνιστές εκείνης της σύσκεψης έπαιρναν το πλοίο για τα ξερονήσια).
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα φύλλα των τοπικών εφημερίδων της 21ης Απριλίου δεν πρόλαβαν την εκδήλωση του πραξικοπήματος και πρόταξαν τη μεγάλη συγκέντρωση κατά της μόλυνσης του Παγασητικού από το εργοστάσιο χαρτομάζας (στην πρώτη φωτογραφία, το πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ της «Θεσσαλίας» -21.4.1967- για τη συγκέντρωση. Οι άλλες δύο φωτογραφίες είναι από το πρωτοσέλιδο του «Ταχυδρόμου» της προηγούμενης μέρας -20.4.1967: απ΄ τη μια, ο χάρτης με τον σκωπτικό τίτλο, κι απ’ την άλλη, το αιχμηρό άρθρο του αλησμόνητου φιλόλογου καθηγητή μας και ξεχωριστού πνευματικού ανθρώπου, Νίκου Μπαζιάνα, που δεν μασάει τα λόγια του: «ισχυροί οικονομικοί παράγοντες, δικοί μας και ξένοι, γι’ αυτό ίσως και ακαταμάχητοι, αποτελούν τους μετόχους του εργοστασίου» ‒ είπαμε: η Ιστορία μπορεί να μην επαναλαμβάνεται, συχνά όμως ομοιοκαταληκτεί…).
Η σοβαρή επιβάρυνση του θαλασσίου οικοσυστήματος της περιοχής από τα λύματα του εργοστασίου αχυροκυτταρίνης, τα οποία κατέληγαν στον Παγασητικό κόλπο, ήταν ένα από τα κορυφαία θέματα —ίσως το μείζον— που απασχολούσε την κοινωνία του Βόλου από τις αρχές του 1966. Να σημειωθεί ότι ο βουλευτής Λάρισας (ΕΡΕ) και πανίσχυρος πρόεδρος της Βουλής την περίοδο θεμελίωσης του εργοστασίου (1963), Κων. Ροδόπουλος, επαιρόταν για την επιλογή να εγκατασταθεί το εργοστάσιο δίπλα στη σήραγγα της Κάρλας, δηλαδή σε κάποια απόσταση από τον οικιστικό ιστό της Λάρισας, αφού έτσι δεν θα υπέφερε η πόλη του από δυσοσμία. Η ειρωνεία ήταν ότι, την ίδια ώρα, η τότε κυβέρνηση Καραμανλή, για να δικαιολογήσει την εγκατάσταση του εργοστασίου στη Λάρισα και όχι στον Βόλο, επικαλούνταν ως βασικό επιχείρημα την προστασία του Παγασητικού από τα λύματά του!
Το θέμα τέθηκε για πρώτη φορά, με ιδιαίτερα εμφατικό τρόπο, στη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου Βόλου, στις 2.5.1966. Το κορυφαίο πολιτικό όργανο της πόλης εξέφρασε τη μεγάλη ανησυχία του και αξίωσε να σταματήσει αμέσως η διοχέτευση των λυμάτων στον Παγασητικό. Οι αντιδράσεις, ωστόσο, δεν έφεραν αποτέλεσμα. Αντιθέτως, με διυπουργική απόφαση που υπογράφηκε τον Αύγουστο του 1966 —η απόφαση έφερε μάλιστα και την υπογραφή του Τζων Γκλαβάνη, ως υπουργού Βιομηχανίας της κυβέρνησης Στεφανόπουλου (περίοδος «αποστασίας»)—, καθορίστηκε ότι τα λύματα θα εκχύνονταν στον χάνδακα «Ασμάκι», ο οποίος επικοινωνούσε με τη σήραγγα της Κάρλας. Συνεπώς, μέσω της σήραγγας, θα διοχετεύονταν στον Παγασητικό. Το θέμα τέθηκε και πάλι στο δημοτικό συμβούλιο, το οποίο, με ομόφωνο ψήφισμα, διαμαρτυρήθηκε έντονα για την κοινή υπουργική απόφαση και επανέλαβε την αξίωση να σταματήσει αμέσως η διοχέτευση των λυμάτων στον Παγασητικό. Όμως ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας επέμενε να χαρακτηρίζει τα λύματα ακίνδυνα.
Στις 15 Απριλίου 1967 δημοσιοποιήθηκαν τα αποτελέσματα αναλύσεων που πραγματοποίησε το Γενικό Χημείο του Κράτους — τα δείγματα είχαν ληφθεί από τον κόλπο του λιμένος, από τις πλησιέστερες ακτές και από την εκβολή της σήραγγας της Κάρλας. Ήταν ένα σοκ για την τοπική κοινωνία, αφού οι αναλύσεις έδειξαν επικίνδυνη επιβάρυνση του Παγασητικού από τα λύματα του εργοστασίου. Τα δημοτικά συμβούλια Βόλου και Νέας Ιωνίας προχώρησαν αμέσως σε έκτακτες συνεδριάσεις (σ.σ.: καλή ώρα όπως και τώρα…), ο Δικηγορικός Σύλλογος και ο πρόεδρός του, Χρυσόστομος Μαργάρης, ανέλαβαν να εξαντλήσουν κάθε νομική δυνατότητα αντίδρασης, η Λιμενική Επιτροπή ζήτησε να ανασταλεί η λειτουργία του εργοστασίου, όλοι οι τοπικοί φορείς στηλίτευσαν το γεγονός, και το αίτημα να απαγορευτεί η διοχέτευση των λυμάτων στον Παγασητικό κόλπο απέκτησε καθολικό χαρακτήρα. Το θέμα, εξάλλου, ήταν καθημερινά στα πρωτοσέλιδα του τοπικού Τύπου, με τεκμηριωμένα και μαχητικά δημοσιεύματα. Τη μεγάλη ανησυχία του για τους κινδύνους από τα λύματα του εργοστασίου εξέφρασε ακόμη και ο νομάρχης Π. Δεσποτόπουλος, ο οποίος, μετά από διάβημα που πραγματοποίησαν ο δήμαρχος Βόλου και δημοτικοί σύμβουλοι, απέστειλε σχετικό υπόμνημα στο υπουργείο Υγιεινής και ενημέρωσε τηλεφωνικά τον Αθαν. Φροντιστή (βουλευτή Μαγνησίας της ΕΡΕ), ο οποίος τις ημέρες εκείνες είχε αναλάβει υπουργός Συγκοινωνιών στη βραχύβια κυβέρνηση Κανελλόπουλου (3 Απριλίου – 21 Απριλίου 1967). Ο Αθαν. Φροντιστής ανακοίνωσε ότι, με εντολή του πρωθυπουργού (σ.σ.: κρατάει χρόνια αυτό το με «εντολή του πρωθυπουργού»), θα έρχονταν αμέσως στον Βόλο επιθεωρητές των υπουργείων Υγιεινής και Βιομηχανίας. Ο Τζων Γκλαβάνης έκανε τη δική του παρέμβαση, το ίδιο και η ΕΔΑ, καθώς και οι προαλειφόμενοι για τον τοπικό εκλογικό συνδυασμό της Ένωσης Κέντρου, αφού εν τω μεταξύ η Βουλή είχε διαλυθεί ενόψει των εκλογών, οι οποίες είχαν προσδιοριστεί για τον Μάιο του 1967. Οι αντιδράσεις κορυφώθηκαν με τη μεγάλη σύσκεψη που έγινε το απόγευμα της 20ης Απριλίου 1967 στην αίθουσα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου. Το θέμα συνέχισε να απασχολεί την τοπική κοινωνία και μετά την επιβολή της δικτατορίας.


Πηγή: Το βιβλίο μου «Μαγνησία και Πολιτική εν καμίνω, 1934-1967» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας), σ. 495 και 496, με παραπομπές σε δημοσιεύματα του τοπικού Τύπου. Στη σ. 565 του βιβλίου, δημοσιεύεται και πίνακας με τα ονόματα των 123 συλληφθέντων τη μέρα της 21ης Απριλίου και εξορισθέντων στη Γυάρο «από την περιοχή ευθύνης της Διεύθυνσης Χωροφυλακής Μαγνησίας».
















