Τουλάχιστον δέκα μάρτυρες – και ανάμεσά τους αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., της Πυροσβεστικής, στελέχη της Πολιτικής Προστασίας – επιβεβαιώνουν πλέον στις καταθέσεις τους την «αφανή» μέχρι πρότινος σύσκεψη της 3ης Μαρτίου 2023 με την παρουσία κυβερνητικών παραγόντων, η οποία συνδέθηκε με το αναφερόμενο ως «μπάζωμα» των Τεμπών.
Στη συνάντηση, όπως προκύπτει από τη σχετική δικογραφία αλλά και από τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του «Το Βήμα», σημειώθηκαν τριβές και διαφωνίες μεταξύ πολιτικών και υπηρεσιακών παραγόντων, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως ουδεμία αναφορά είχε γίνει σε αυτήν από τους εμπλεκομένους κατά τις δημόσιες τοποθετήσεις τους.
Σήμερα, και αφού είδε το φως της δημοσιότητας από τη δημοσιογραφική έρευνα του «Βήματος» και του τηλεοπτικού σταθμού Mega, η συνάντηση αυτή αποτελεί κύριο αντικείμενο των δικαστικών αρχών στη Λάρισα.
Οι γερανοί
Οπως προκύπτει από τις καταθέσεις, η ύπαρξη της «αφανούς» συνάντησης, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 3 Μαρτίου 2023, επιβεβαιώνεται πλήρως. Συνδέεται, δε, με τη διαμόρφωση του χώρου στα Τέμπη, μολονότι αυτή αποδιδόταν αποκλειστικά από κυβερνητικά στελέχη στις δύο πρώτες συνεδριάσεις του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας (ΣΟΠΠ), οι οποίες πραγματοποιήθηκαν λίγες ώρες μετά το δυστύχημα. Τα σχετικά έγγραφα μαρτυρούν ότι το ΣΟΠΠ είχε ασχοληθεί μόνο με τη στήριξη των γερανών για την ανύψωση των βαγονιών προκειμένου να απεγκλωβιστούν οι σοροί των επιβατών και όχι με την πλήρη «αποκατάσταση» του σκηνικού της τραγωδίας που πραγματοποιήθηκε μετά τη σύσκεψη της 3ης Μαρτίου, όπως αναδεικνύεται από τις νεότερες καταθέσεις.
Η δικαστική έρευνα για το «μπάζωμα» των Τεμπών ξεκίνησε έπειτα από δημοσιεύματα των ΜΜΕ και μηνύσεις συγγενών. Αρχικά, περιείχε περίπου 10 καταθέσεις, κυρίως χειριστών εκσκαφέων, ενώ σε δεύτερη φάση – τους τελευταίους μήνες – προστέθηκαν σε αυτές άλλες 30 καταθέσεις αστυνομικών, πυροσβεστών και άλλων.
Σύμφωνα με τη δικογραφία λοιπόν – την οποία αποκαλύπτει «Το Βήμα της Κυριακής» – τρία εικοσιτετράωρα μετά το δραματικό συμβάν ζητήθηκε έκτακτη συνάντηση, όπου καταγράφεται η παρουσία του τότε υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ κ. Χ. Τριαντόπουλου, του γενικού γραμματέα του υπουργείου Μεταφορών κ. Γ. Ξιφαρά, του τότε περιφερειάρχη Θεσσαλίας κ. Κ. Αγοραστού, του γενικού γραμματέα Πολιτικής Προστασίας κ. Β. Παπαγεωργίου, όπως και αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., στελεχών του ΟΣΕ κ.λπ. Θα ακολουθούσαν χρονικά η διαμόρφωση του χώρου και η σωρεία καταγγελιών ότι εξαιτίας των ενεργειών αυτών χάθηκαν κρίσιμα στοιχεία ως προς τα αίτια και το μέγεθος της σιδηροδρομικής τραγωδίας.
Η διαμόρφωση
Στη συνάντηση της 3ης Μαρτίου υπήρξαν εκτενείς συζητήσεις, με αρνητικές εισηγήσεις από παρισταμένους ως προς την πλήρη διαμόρφωση, η οποία περιελάμβανε τελικά μέχρι και τη χρήση πίσσας. Το βασικό επιχείρημα υπέρ της διαμόρφωσης, όπως μνημονεύεται στις καταθέσεις των μαρτύρων, ήταν αυτό της «άμεσης έναρξης των δρομολογίων των τρένων». Κάτι που ούτως ή άλλως έμοιαζε αδύνατο εξαιτίας μιας σειράς παραγόντων, όπως της μοιραίας έλλειψης του συστήματος τηλεδιοίκησης και άλλων τεχνικών προβλημάτων, αλλά και του φόβου του επιβατικού κοινού μετά το σοκ του θανάτου δεκάδων ανθρώπων, όπως και των επιφυλάξεων που διατυπώνονταν από ειδικούς.
Αξίζει να σημειωθεί εδώ πως τα δρομολόγια τέθηκαν σε επανεκκίνηση τελικά έναν μήνα αργότερα, στις 29 Μαρτίου. Μάλιστα λίγες ημέρες προτού ξεκινήσουν τα δρομολόγια των τρένων είχαν παρουσιαστεί έγγραφα της Hellenic Train προς τον ΟΣΕ στα οποία ζητούνταν η υλοποίηση συγκεκριμένων μέτρων για την επανέναρξη των δρομολογίων. Τα αιτούμενα μέτρα ασφαλείας είχαν να κάνουν, μεταξύ άλλων, με τα συστήματα επικοινωνιών στις σήραγγες των Τεμπών και του Πλαταμώνα, την τοποθέτηση πομπών στο χιλιομετρικό τμήμα 62-67 προς Ειδομένη και τη φύλαξη των διαβάσεων προς την ίδια κατεύθυνση.
Παρεμβάσεις
Οι συρμοί επανήλθαν στις ράγες μετά τις διαβεβαιώσεις του ΟΣΕ περί «διορθωτικών κινήσεων» και αφού προηγήθηκαν μια πολυήμερη αλληλογραφία και πολλές παρεμβάσεις στο σιδηροδρομικό δίκτυο. Κατά συνέπεια, δεν υπήρχαν τα εχέγγυα για την επανέναρξη των δρομολογίων τέσσερις-πέντε ημέρες μετά τη σιδηροδρομική τραγωδία, όπως ήθελε το «σενάριο της σπουδής» για το οποίο η άμεση διαμόρφωση του χώρου ήταν κομβικής σημασίας.
Ωστόσο, το έργο της διαμόρφωσης προχώρησε πυροδοτώντας τις αντιδράσεις των συγγενών των θυμάτων αλλά και κομμάτων της αντιπολίτευσης ότι ο βασικός λόγος ήταν η επικοινωνιακή διαχείριση και η «ανάγκη» να μην προβάλλεται το σημείο της σύγκρουσης με τα συντρίμμια των τρένων. Παράλληλα, εκφράστηκε η βεβαιότητα ότι εξαιτίας της διαμόρφωσης του χώρου χάθηκαν υπολείμματα των σορών, ενώ υπονομεύθηκε η δυνατότητα ανεύρεσης ορισμένων στοιχείων για τη φονική έκρηξη που ακολούθησε τη σύγκρουση της Intercity 62 με την εμπορική αμαξοστοιχία.
Ο περιφερειάρχης
Σύμφωνα με τη δικογραφία, υψηλόβαθμος αξιωματικός της Τροχαίας Λάρισας, ο οποίος είχε την ευθύνη διερεύνησης των συνθηκών του δυστυχήματος, στην κατάθεση που έδωσε στις 16 Μαΐου 2024 αναφέρεται στην «αφανή» συνάντηση που φέρεται να είχε ζητήσει ο τότε περιφερειάρχης Θεσσαλίας κ. Κωνσταντίνος Αγοραστός. Οπως κατέθεσε, «ο περιφερειάρχης μάς ενημέρωσε ότι πρέπει να εξετάσουμε άμεσα στο σημείο του σιδηροδρομικού δυστυχήματος το ενδεχόμενο εργασιών αποκατάστασης της κυκλοφορίας των τρένων, να φτιαχτούν δηλαδή οι γραμμές και οποιαδήποτε άλλη ζημιά είχε υποστεί το σιδηροδρομικό δίκτυο στο σημείο. Ρώτησε την ΕΜΑΚ και την Πυροσβεστική και του απάντησαν ότι είχαν ολοκληρώσει το έργο τους. Ρώτησε και εμένα και του απάντησα ότι κακώς ζητά από εμένα απάντηση θετική ώστε να προχωρήσει και κατηγορηματικά τού τόνισα ότι είμαι αναρμόδιος για το θέμα και ότι πρέπει να απευθυνθεί και να ζητήσει την έγκριση των ανακριτικών αρχών. Είπα επίσης ότι σύμφωνα με το Ειδικό Σχεδιο Διαχείρισης Ανθρωπίνων Απωλειών μόνος αρμόδιος στην περίπτωσή μας να αποφασίσει την αποκλιμάκωση-ελευθέρωση του σημείου είναι η ανακριτική αρχή».
Η τελική εντολή
Σημειώνεται ότι ο εν λόγω αξιωματικός της Τροχαίας, ο οποίος μετατέθηκε λίγο καιρό αργότερα σε άλλη υπηρεσία – άσχετη με τη διερεύνηση του δυστυχήματος –, ανέφερε στην προαναφερόμενη κατάθεσή του ότι αφού μίλησε στους παρισταμένους για την ανάγκη ενημέρωσης των δικαστών «θεωρώντας τον εαυτό μου αναρμόδιο αποχώρησα από τη συζήτηση κι έτσι δεν ξερω ποιος (από όλους τους παρευρισκομένους) έδωσε την τελική εντολή για την επίστρωση του χώρου με πίσσα και χαλίκια».
Ενας άλλος υψηλόβαθμος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. που ήταν παρών κατέθεσε πως «όταν έλαβε τον λόγο ο κ. Αγοραστός, είπε ότι πρέπει να αποκατασταθεί η σιδηροδρομική γραμμή και ρώτησε αν υπάρχει κάποια εκκρεμότητα» (ο κ. Αγοραστός δεν είχε καμιά σχετική αρμοδιότητα με τη σιδηροδρομική γραμμή και τα δρομολόγια των τρένων). «Τότε ο διοικητής της Τροχαίας Λάρισας που είχε τη σχετική έρευνα του είπε ότι ανακοινώθηκε η συγκρότηση επιτροπής για τη διερεύνηση του σιδηροδρομικού δυστυχήματος υπό τον κ. Γεραπετρίτη και ότι ενδεχομένως θα απαιτηθεί η πραγματοποίηση αυτοψίας στον χώρο από τα μέλη της επιτροπής. Ακολούθησε τηλεφωνική επικοινωνία προς διευκρίνιση της αποστολής αυτής της επιτροπής (δεν θυμάμαι από ποιον από τους παρισταμένους) και διευκρινίστηκε ότι το έργο της “επιτροπής Γεραπετρίτη” είναι ο εντοπισμός των δομικών προβλημάτων και δυσλειτουργιών του σιδηροδρόμου που οδήγησαν στο δυστύχημα και όχι η έρευνα του συγκεκριμένου δυστυχήματος. Και συνεπώς δεν απαιτούνταν αυτοψία στον ίδιο τον τόπο του σιδηροδρομικού δυστυχήματος».
«Ηταν μακριά»
Την ίδια σύσκεψη επιβεβαίωσαν και άλλοι μάρτυρες ή συμμετέχοντες, ορισμένοι από τους οποίους υποστήριξαν ότι «ήταν μακριά και δεν άκουσαν τι διεμείφθη». Εντυπωσιακή είναι ακόμα η κατάθεση στις 30 Μαΐου 2024 υψηλόβαθμου αξιωματικού της Πυροσβεστικής που συμμετείχε το πρώτο διήμερο μετά την τραγωδία στην ανάσυρση των σορών. Οπως ανέφερε, «μετέβην με δική μου πρωτοβουλία στις 4 Μαρτίου 2023 – την επομένη της εν λόγω άτυπης συνάντησης –προκειμένου να δω σε τι κατάσταση βρίσκονταν οι επιχειρήσεις. Οταν έφτασα στον τόπο του δυστυχήματος, με έκπληξη διεπίστωσα ότι ο χώρος είχε διαμορφωθεί και αποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό».
ΠΗΓΗ: Βασίλης Λαμπρόπουλος, Το Βήμα