Της Κατερίνας Τασσοπούλου*

Να σας καλησπερίσω με τη σειρά μου και να ευχαριστήσω την ΑΔΕΔΥ που αποφάσισε να ρίξει φως σε ένα θέμα τόσο σοβαρό και να αναδείξει ένα έλλειμμα δημοκρατίας που βιώνεται από ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, κυρίως τις γυναίκες. Ένα θέμα που προκαλεί την σύγχρονη ανοιχτή κοινωνία γιατί φέρνει στην επιφάνεια στοιχεία που φανερώνουν τη σκοτεινή πλευρά της. Το φαινόμενο της βίας κατά των γυναικών δεν είναι μόνο κοινωνικό πρόβλημα που ανθεί στις παρυφές της κοινωνίας. Είναι και πολιτισμικό. Όπως είναι και μείζον πολιτικό.
Η βία δεν είναι μια απλή παράβαση κανόνων. Είναι έγκλημα. Δεν είναι η κακιά η ώρα, δεν είναι η δικαιολογία που βάζει στο πλυντήριο τις πράξεις του δράστη.
Είναι ένα εκτεταμένο φαινόμενο, που πολιτικά, στην Ελλάδα τουλάχιστον, δεν αντιμετωπίζεται με την απαιτούμενη σοβαρότητα, με σχέδιο και συνέπεια. Και όσο δεν προχωρούν οι αναγκαίες θεσμικές παρεμβάσεις ακόμα και στα σχολεία, είναι αδύνατον να απαλλαγεί η κοινωνία από το «σύνδρομο της κλειδαρότρυπας» που εγκλωβίζει το πρόβλημα στη σφαίρα του ιδιωτικού.
Είναι δύσκολο βέβαια όσοι σε αυτή την αίθουσα έχουμε ασφαλή ζωή να περπατήσουμε μέσα στα παπούτσια εκείνων των ανθρώπων που ζουν τη βία κάθε μέρα.
Είναι δύσκολο να δούμε τη δική τους ζωή όπου δεν υπάρχουν σύζυγοι, δεν υπάρχουν σύντροφοι, δεν υπάρχει πατέρας, δεν υπάρχει συγγενής, παρά μόνο βίαιοι άνθρωποι, με βίαιες συμπεριφορές.
Οι αριθμοί εξακολουθούν κάθε χρόνο να ανεβαίνουν δραματικά. Οι επίσημοι αριθμοί. Γιατί οι ανεπίσημοι είναι οχτώ φορές μεγαλύτεροι σύμφωνα με τα στοιχεία και την εμπειρία των ειδικών. Η κ. Βρόντη που είναι σήμερα εδώ γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα πως τα περιστατικά βίας που ποτέ δεν φτάνουν στην αστυνομία, στην πόρτα της εισαγγελίας ή στην διαμεσολάβηση για ψυχιατρική παρακολούθηση είναι 8 φορές περισσότερα από τις επίσημες καταγραφές.
Μια γυναίκα με εμπειρία που ασχολείται με το ζήτημα στην Αστυνομική Διεύθυνση Μαγνησίας η κ. Κοσμά συμφωνεί απόλυτα με τον αριθμό, έναν αριθμό που κρύβεται στο σκοτάδι κάθε σπιτιού και κανείς δεν ενημερώνεται για τις συνθήκες που επικρατούν πίσω από τις κλειστές πόρτες. Κάθε μήνα την πόρτα της αστυνομίας περνούν στον μικρό Νομό της Μαγνησίας τρεις με τέσσερις γυναίκες, συνήθως με τα παιδιά τους αγκαλιά. Παιδιά που είδαν τις σκηνές του μίσους και ακούν τις τραγικές περιγραφές να επαναλαμβάνονται από τη μητέρα τους, σε έναν χώρο ξένο όπως το αστυνομικό τμήμα , έναν χώρο τρομακτικό για τα ίδια. Την ίδια πόρτα πέρασαν και μητέρες που ανελέητα χτυπήθηκαν από τα ίδια τα παιδιά τους.
Σε 56 περιστατικά βίας -που έλαβε γνώση -και παρενέβη η αστυνομία στη Μαγνησία το 2018 , τα 50 κατέληξαν μέσω της ποινικής διαμεσολάβησης και στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας για παρακολούθηση. Σε σύγκριση με το 2017 η αύξηση καταγράφηκε στο 27%.
Ως προς το μορφωτικό επίπεδο του άνδρα-θύτη: Το 40% έχει πανεπιστημιακή εκπαίδευση και το 40,7% υποχρεωτική εκπαίδευση.

Για να φτάσει μια γυναίκα στο αστυνομικό τμήμα και να καταγγείλει το γεγονός έχει υποστεί προηγουμένως 35 επεισόδια βίας, σύμφωνα με τα στατιστικά.
Αυτά τα γεγονότα δεν συμβαίνουν στο Πακιστάν, αλλά στις διπλανές μας πόρτες. Εδώ στον μικρό Βόλο.
Η πλειονότητα των γυναικών που αποφασίζουν να ζητήσουν βοήθεια ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα των 40 έως 55 ετών. Είναι παρήγορο ότι τα στοιχεία καταγράφουν και μικρότερες ηλικίες, γεγονός που δείχνει ότι νέες γυναίκες κάτω των 35 αποφασίζουν να βάλουν τέλος στην ανοχή.
Οι γυναίκες που αποφασίζουν να προχωρήσουν σε καταγγελίες έχουν υποστεί όλες τις μορφές βίας. Το 75% περίπου έχει υποστεί σωματική και ψυχολογική βία, ενώ στα υπόλοιπα ποσοστά περιλαμβάνεται και η σεξουαλική.
Οι στατιστικές προκαλούν τη φρίκη γιατί αναφέρονται σε ανθρώπινες τραγωδίες πίσω από τις οποίες κρύβεται μια τραγική πραγματικότητα. Αυτές της λεκτικής βίας, της απειλής, της χειροδικίας, του ξυλοδαρμού, του βιασμού.
Αυτή δεν είναι η μόνη παράμετρος καταγραφής των κρουσμάτων τυφλής βίας μέσα στο σπίτι, υπάρχουν και οι άλλες. Οπως οι συνέπειες που αφορούν στον κλονισμένο ψυχικό κόσμο των παιδιών των οικογενειών, στις οποίες η βία αποτελεί στοιχείο της καθημερινότητας, ενώ συνήθης είναι και η εγκληματική συμπεριφορά που έχει ως αφετηρία τη βία.
Δύο επίσημα περιστατικά τον μήνα καταγράφονται στην Μαγνησία για ηλεκτρονική βία. Γυναίκες, δέχονται απειλές και παρενόχληση ηλεκτρονικά. Σε αυτό το νέο αχαρτογράφητο περιβάλλον τα περιστατικά παρενόχλησης και απειλών είναι 20 φορές περισσότερα από εκείνα που καταγγέλλονται. Και δεν καταγγέλλονται γιατί το θύμα αισθάνεται πως δεν κινδυνεύει άμεσα.
Κυβερνο-εκφοβισμός, απειλές σεξουαλικής βίας και «χυδαία σχόλια» που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι το νέο περιβάλλον.
Η βία κατά των γυναικών και των κοριτσιών δεν πρέπει ωστόσο να διαχωρίζεται από τη βία εκτός της σύνδεσης στο διαδίκτυο.
Οι εταιρείες τεχνολογίας που κάνουν πρόοδο στην απαγόρευση και την εξάλειψη του περιεχομένου που περιέχει ρατσισμό ή άλλου είδους φαινόμενα πρέπει να χρησιμοποιούν τις ίδιες μεθόδους για να δώσουν προτεραιότητα στην αντιμετώπιση αυτής της απαράδεκτης και βαθιά ανησυχητικής ανερχόμενης τάσης. Και προς αυτή την κατεύθυνση επιβάλλεται να πιέζουν οι Κυβερνήσεις και όχι ομάδες πολιτών στο facebook…
Εκατοντάδες γυναίκες υπομένουν αδιανόητη βία και άλλες μορφές κακοποίησης κάθε μέρα, συχνά στα χέρια εκείνων στους οποίους είναι πιο κοντά- στους τόπους που πρέπει να είναι οι ασφαλέστεροι για τις ίδιες. Έχω ακούσει πολλές ιστορίες που σοκάρουν.
Η αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού απαιτεί μια επανάσταση συνειδήσεων στην κοινωνία, στον τρόπο που σκεφτόμαστε και ενεργούμε.
Οι διώξεις και οι καταδίκες πολλές, αλλά δεν είναι αρκετές.
Είναι πολύ μεγάλος ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν τραυματικές εμπειρίες από την παιδική τους ηλικία, με σκηνές τρομακτικής κακομεταχείρισης μέσα στο σπίτι που κανένα παιδί δεν θα πρέπει να δει ποτέ.
Ο έλεγχος, η χειραγώγηση και η καταφατική συμπεριφορά στη βια καταστρέφουν τη ζωή και σημαίνει ότι εκατοντάδες άνθρωποι δίπλα μας καταλήγουν απομονωμένοι, ζώντας με φόβο.
Εάν δεν αναγνωριστούν οι μόνιμες επιπτώσεις που μπορεί να έχει η βια επιβάλλοντας αυστηρότερες ποινές και εάν δεν προστατευθούν αποτελεσματικότερα τα θύματα, η σιωπή θα κυριαρχεί.
Ο Ξενώνας γυναικών θυμάτων της βίας, που δημιούργησε στον Βόλο η προηγούμενη διοίκηση του δήμου, ήταν ένα θετικό βήμα. Σήμερα φιλοξενεί 14 γυναίκες, κάποιες με τα παιδιά τους.
Το μοντέλο όμως χρηματοδότησης δεν φαίνεται να είναι βιώσιμο. Εάν σταματήσει το ΕΣΠΑ, ο κίνδυνος να υπολειτουργήσει ή ακόμα να βάλει λουκέτο είναι ορατός. Και είναι η μόνη δομή οργανωμένης φιλοξενίας. Και μην απορούμε για την απουσία δομών.
Να μην απορήσουμε και να μην απογοητευτούμε εάν συμβεί αυτό, δηλαδή εάν κλείσει ο Ξενώνας. Ένα μεγάλο παράδειγμα είναι ότι ενώ στον δήμο Βόλου δηλώνουν καθημερινά ότι έχουν εκατομμύρια αποθεματικό, κρατάνε από το 2015 κλειστή, όταν δηλαδή έληξε το ΕΣΠΑ, τη Στέγη Υποστηριζόμενης Διαβίωσης παιδιών με αναπηρία.
Ένα ακόμη παράδειγμα είναι αυτό της κυρίας Μετσοβίτου. Ήταν ο άνθρωπος που με δικές τις προσπάθειες και παρεμβάσεις δημιουργήθηκε στο Βόλο η Στέγη Ανηλίκων. Έκλεισε όταν έφυγε από προϊσταμένη της Εισαγγελίας του Βόλου, διότι ουδείς ασχολήθηκε σοβαρά με το ζήτημα. Στην πολιτική λοιπόν δεν χρειάζεται ευθύνη αλλά κυρίως υπευθυνότητα.
Υπεύθυνη πολιτική στη χώρα θα ήταν επίσης εκείνη, που στα ζητήματα της ενδοοικογενειακής βίας θα εξασφάλιζε ένα μοντέλο θεσμικό όπου τα θύματα
θα υποστηρίζονται όσο το δυνατόν συντομότερα, πριν από την κλιμάκωση της βίας που ζουν, για να αντιληφθούν ότι δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Η προσπάθεια για την εξάλειψη της βίας πρέπει να φθάσει στους χώρους εργασίας, στα σχολεία, στις εκκλησίες στον στρατό, και στα μέσα ενημέρωσης.
Αναφέρομαι στις εκκλησίες γιατί δεκάδες γυναίκες επιλέγουν να απευθύνονται στον παπά της ενορίας τους για να εξομολογούνται τι συμβαίνει στις ίδιες και στα παιδιά τους.

Η δρομολόγηση επίλυσης ενός τόσο σοβαρού προβλήματος, δεν μπορεί να επαφίεται μόνο στο ίδιο το θύμα, στην οικογένεια του θύματος ή, κατά περίσταση, στη γειτονιά. Απαιτούνται νόμοι, πολιτικές και προϋπολογισμός για την προστασία των θυμάτων πριν ακόμη την κλιμάκωση της βίας. Ενα εκπαιδευτικό σύστημα με σοβαρότητα, που θα επιβραβεύει …για αρχή τουλάχιστον, την πνευματική ισοτιμία αγοριών και κοριτσιών.
Λόγω της ιδιότητάς μου δεν θα παραλείψω βέβαια να αναφέρω τον καθοριστικό ρόλο των ΜΜΕ στην εκφορά ειδήσεων που σχετίζονται με τη βία των γυναικών. Οσο μεγαλύτερη η έμφαση στις αυστηρά προσωπικές συνθήκες θύματος-θύτη και στις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες, τόσο υψηλότερη και η τηλεθέαση, η ακροαματικότητα ή η κυκλοφορία. Δυστυχώς η εκπόρνευση αυτή της πληροφόρησης είναι μια πραγματικότητα. Είναι δημοσιογραφία παρασιτική και οι Νόμοι επιβάλλεται να κινούνται και σε αυτή την κατεύθυνση.

Θα κλείσω αναφερόμενη σε κάποιες γυναίκες που βλέπω στο ακροατήριο και προέρχονται από όλο το πολιτικό φάσμα. Γυναίκες που τις σέβομαι γιατί ασχολούνται ενεργά με τα κοινά. Μια διαδικασία σκληρή. Τις εκτιμώ όχι γιατί είναι γυναίκες –αυτό δεν έχει καμία απολύτως σχέση. Τις εκτιμώ όπως εκτιμώ κάθε άνθρωπο που στον πολιτικό και δημόσιο βίο του από τις θέσεις ευθύνης του , δεν βασίστηκε στις πελατειακές σχέσεις και στην κάθε μορφής ανεντιμότητα. Τις εκτιμώ γιατί στον μικρόκοσμο που ζούμε γνωρίζουμε ότι είναι έντιμες, ότι δεν πορεύονται με σημαία το ψέμα, ότι ποτέ δεν περιφρόνησαν τους Νόμους, από τις θέσεις ευθύνης τους.
Αυτές όμως οι πολιτικές συμπεριφορές, οι δικές τους συμπεριφορές, που τόσο ανάγκη έχει μια κοινωνία που βουλιάζει στον λαϊκισμό και τον ανορθολογισμό, είναι σήμερα εχθρικές σε αυτή την πόλη.
Ο δημόσιος λόγος και οι πράξεις που εκπορεύονται από τον κορυφαίο πολιτικό θεσμό της πόλης μας, θεωρούν εχθρό το μοντέλο που αντιπροσωπεύουν αυτές οι γυναίκες.

Γυναίκες θύματα χυδαίων, ακραίων λεκτικών επιθέσεων. Σεξιστικές συμπεριφορές που κάνουν τον γύρο της χώρας. Αυτές οι γυναίκες κάθονται στα διπλανά σας καθίσματα και έχουν οικογένειες , γονείς, παιδιά, περιβάλλον ….και αντιμετωπίζουν τη βία γιατί .. . άκουσον -άκουσον τολμούν να ασχοληθούν με τα κοινά, γιατί τολμούν να έχουν άποψη αντίθετη.
Ο σεξισμός σε αυτή την πόλη καλλιεργείται ως κάτι φυσικό, ακόμη και αποδεκτό. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως όταν σε υπόθεση όπου θιγείσα γυναίκα που ασχολείται με τα κοινά αναγκάστηκε να οδηγηθεί στη Δικαιοσύνη βρήκε απέναντί της ως μάρτυρα ακόμη και επιστήμονα που πολιτεύεται σε θεωρούμενο προοδευτικό χώρο.
Στην επιστήμη όμως και στην πολιτική επιβάλλεται να υπάρχει και ηθική και το ανέφερα ως παράδειγμα γιατί είδα το πρόσωπο του θύματος μέσα στην αίθουσα.….
Σήμερα βλέπω πολλές υποψήφιες για τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές στο ακροατήριο.
Και έχω να πω πως δεν είναι τυχαία η έξαρση του σεξισμού και η απαξίωση με χυδαίο τρόπο υποψηφίων στις δημοτικές εκλογές γυναικών τώρα που μπήκαμε στην προεκλογική περίοδο. Κι αυτό γίνεται όχι μόνο από το διαδίκτυο, αλλά και από τον επίσημο δημόσιο λόγο. Ευτυχώς οι στοχοποιημένες γυναίκες δεν πτοούνται. Η ανοχή όμως που δείχνει ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας σε αυτές τις συμπεριφορές θα πρέπει να μας προβληματίσει. Κατανοητός ο φόβος, αλλά δεν είναι επαρκής δικαιολογία.

*Πρόκειται για την εισήγηση της δημοσιογράφου στην ημερίδα της ΑΔΕΔΥ , του Π.Θ και του Δικηγορικού Συλλόγου για την βία κατά των Γυναικών

Προηγούμενο άρθροΗ Μαρίνα και ο Αλέξης(φώτο)
Επόμενο άρθροΧωρίς παιδίατρο για χρόνια το Ανατολικό Πήλιο