Δύο διαδοχικές μειώσεις των αποδοχών των υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα που έγιναν το 2011 και το 2012 είναι συνταγματικές και δεν παραβιάζουν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αποφάνθηκε, κατά πλειοψηφία, η Πλήρης Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, παρά το γεγονός ότι η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου πριν από 7 χρόνια (2014) είχε κρίνει ότι η εγκύκλιος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) στην οποία στηρίχτηκαν οι περικοπές είναι αβάσιμη.
Η απόφαση αυτή έχει προκαλέσει έντονη ανησυχία στους εργαζόμενους της ΔΕΥΑΜΒ που είχαν υποστεί δύο περικοπές κατά 25% το 2012 και το 2013. Οι εργαζόμενοι είχαν δικαιωθεί σε όλα τα δικαστήρια που προσέφυγαν για την επαναφορά των μισθών στα επίπεδα του 2012, όπου είχαν αποφασισθεί περικοπές μισθών σε συμμόρφωση των μνημονιακών δεσμεύσεων. Με απόφασή του το Εφετείο Λάρισας είχε κρίνει ότι κακώς έγιναν περικοπές από τον Αύγουστο του 2013 έως και τον Δεκέμβριο του 2015 και όρισε επαναφορά των μισθών από τις αρχές του 2016, ενώ η απόφαση ήταν άμεσα εκτελεστή.
Η ΔΕΥΑΜΒ είχε καταθέσει τον Φεβρουάριο του 2016 στον Άρειο Πάγο αίτηση αναίρεσης της απόφασης του Εφετείου, που δικαίωνε τους εργαζόμενους. «Η απόφαση αυτή μας ανησυχεί. Αλλά περιμένουμε την επίσημη απόφαση στα χέρια μας για να κινηθούμε και εμείς αναλόγως» δήλωσε εκ μέρους του Συλλόγου Εργαζομένων τη ΔΕΥΑΜΒ ο κ. Ιωσήφ Παλάντζας.
Ειδικότερα, βάσει του νόμου 4024/2011 το προσωπικό του ευρύτερου δημόσιου τομέα υπέστη την 1.11.2011 μειώσεις επί των αποδοχών του, μέχρι ποσοστού 25%. Στη συνέχεια με τον ν. 4093/2012 το ίδιο προσωπικό υπήχθη από 1.1.2013 στο μισθολόγιο και βαθμολόγιο καθεστώς του στενού δημόσιου τομέα, με συνέπεια να υποστεί – λόγω αυτής της υπαγωγής του – περαιτέρω μειώσεις μέχρι 25% επί των ήδη μειωμένων κατά 25% αποδοχών του. Όταν ψηφίσθηκε ο ν. 4092/2012, το Ν.Σ.Κ. εξέδωσε εγκύκλιο σύμφωνα με την οποία οι εργαζόμενοι του ευρύτερου δημόσιου τομέα των οποίων οι αποδοχές είχαν περικοπεί το 2011 μέχρι 25% σε σχέση με τις αποδοχές που ελάμβαναν την 31.10.2011 έπρεπε να υποστούν ξανά, για δεύτερη φορά, περικοπή μέχρι το 25% των (ήδη των περικεκομμένων) αποδοχών που ελάμβαναν την 31.12.2012.
Έτσι, οι περικοπές ξεπέρασαν το 40% σε σχέση με τον μισθό που ελάμβαναν την 1.10.2011, και αυτό ανεξάρτητα από τις περικοπές αποδοχών που είχαν γίνει το 2010.
Στο μεταξύ, η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου τον Σεπτέμβριο του 2014 αποφάνθηκε ότι η επίμαχη εγκύκλιος του Ν.Σ.Κ. ήταν αστήρικτη. Παρ’ όλα αυτά, το τελευταίο ζητούσε την εφαρμογή της εγκυκλίου του. Έτσι αρκετοί εργαζόμενοι προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη. Και πολλά Πρωτοδικεία και Εφετεία δικαίωσαν τους εργαζόμενους, αφού η εγκύκλιος δεν στηριζόταν στον νόμο, σύμφωνα με το Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο.
Τώρα, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Πολιτικού Δικαστηρίου με την υπ’ αριθμ. 1/2021 απόφασή της κατά πλειοψηφία έκρινε ότι οι νομοθετικές αυτές ρυθμίσεις που προέβλεψαν τις επίμαχες δυο περικοπές «δεν αντίκεινται στην κατοχυρωμένη από το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, ούτε στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.».
Πάντως, όπως υποστηρίζουν δικηγόροι-εργατολόγοι, η επίμαχη απόφαση της Ολομέλειας, θα προκαλέσει ένα ντόμινο προβλημάτων, καθώς σε αρκετές επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα ήδη έχουν εκδοθεί αμετάκλητες αποφάσεις που δέχθηκαν τα αντίθετα από αυτά που έκρινε η πλειοψηφία του Αρείου Πάγου, τουλάχιστον για ένα μέρος του προσωπικού τους.
Έτσι, πλέον του ότι δημιουργούνται εργαζόμενοι πολλών ταχυτήτων, ένας μεγάλος αριθμός εργαζομένων οι οποίοι έχουν λάβει διαφορές αποδοχών με βάση τελεσίδικες αποφάσεις θα κληθούν να επιστρέψουν τα χρήματα-διαφορές αποδοχών, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα…
ΠΗΓΗ: Θεσσαλία