Τον θυμάμαι πάντα στητό ακόμα κι όταν δυσκολεύονταν να περπατήσει. Τον ρωτούσα πάντα πως το κάνει και μου απαντούσε «δεν θέλω να με λένε γέρο»
Ο Δημήτρης γεννήθηκε το 1927. Πρόλαβε τα ψυγεία με πάγο, πρόλαβε να δει τον σταθμό των κάρων κοντά στο δημαρχείο που πήγαιναν τα άλογα να πιούνε νερό, πρόλαβε τους πρόσφυγες από την Μικρα Ασία γιατί μόλις λίγο καιρό πριν είχαν έρθει. Ο Δημήτρης πρόλαβε τον παλιό Βόλο με τα ωραία σπίτια, με τους δημιουργικούς ανθρώπους και τις ωραίες γειτονιές.
Η οικογένεια του είχε έρθει από την Ήπειρο. Ο πατέρας του είχε χαλκουργείο που ακόμα παραμένει παρατημένο στην είσοδο του Βόλου. Ο παππούς του είχε χάνι και σε αυτό φιλοξένησε για λίγο τον Θεόφιλο που του έφτιαξε σε αντίτιμο ωραία έργα που βρέθηκαν αν δεν κάνω λάθος στο χωριό Λιά της Ηπείρου.
Ο ίδιος, έφηβος περνάει την Κατοχή και τον πόλεμο. Οργανώνεται στην ΕΠΟΝ και παίρνει μέρος ενεργά στην Εθνική Αντίσταση. Η τεράστια μνήμη του είχε διασώσει εκατοντάδες ανέκδοτα περιστατικά. Οι ιστορίες του ήταν τόσο ζωντανές που έγιναν δικές μου και οι άνθρωποι τουφεκισμένοι, πονεμένοι φυλακισμένοι τους κουβαλάω και εγώ μέσα μου, όπως τους κουβαλούσε σε όλη του τη ζωή ο Δημήτρης. Σπουδάζει οδοντίατρος ένα επαγγέλμα που του χάρισε τη δυνατότητα να ζήσει την οικογένεια του και να ταξιδέψει που τόσο πολύ ήθελε.
Ταξίδεψε όσο μπορούσε, χάρηκε όσο μπορούσε χαμογέλασε σε δυσκολίες και πανηγύρια. Ευτύχησε να πάρει μια άξια γυναίκα, δυναμική και δυνατή που του στάθηκε ως σύντροφος και συνοδοιπόρος στο ταξίδι. Θείος της γυναίκας του κι αυτός που την μεγάλωσε ήταν ο Μητροπολίτης της Κατοχής κυρός Ιωακείμ μια μεγάλη προσωπικότητα οχι μόνο στην εκκλησιαστική ιστορία αλλά και γενικά στην ιστορία αυτής της χώρας, Δίκαιος των Εθνών αυτός που συνέβαλε στην διάσωση των Εβραίων του Βόλου αλλά και ο μόνος Μητροπολίτης στην Θεσσαλία που στον καιρό της κατοχής έμεινε στην Μητρόπολή του δίνοντας 27.000 μερίδες φαγητού καθημερινά.
Ο Δημήτρης του στάθηκε στα τελευταία του αλλά για την Εκκλησία ήταν πάντα επιφυλακτικός και απομακρος. Οταν έγινε Μητροπολίτης Δημητριάδος ο κυρός πλέον Χριστόδουλος τον κάλεσε όπως πάρα πολλούς άλλους βολιώτες των γραμμάτων. Και ο Δημήτρης τον ένοιωσε φίλο και τον θαύμαζε για τις γνώσεις του και για την συμπεριφορά του. Έτσι αποφασίζει πρίν πάρει την σύνταξη να σπουδάσει Θεολογία την όποια όχι μόνο τελειώνει αλλά και πέρνει και διδακτορικό με εργασία στον μακαριστό Μητροπολίτη Ιωακείμ, με αυτόν τον τρόπο διασώσει την προσφόρά και το έργο του.
Είναι από τους πρώτους που εργάζονται στην επιτροπή για τον ραδιοφωνικό σταθμό «Ορθόδοξη Μαρτυρία», και από τους πρώτους που κάνει εκπομπές. Εγώ τον συναντώ οταν έρχομαι στον σταθμό το 2001. Από τότε δημιουργείται μια σχέση όχι πατέρα γιού αλλά φίλου κι ας μας χώριζαν χρόνια. Μια φορά την εβδομάδα ο Δημήτρης ετοίμαζε ένα πόνημα. Μια μικρή εισήγηση. Ερχόνταν στο στούντιο και την διάβαζε και μετά άρχιζε μια μεγάλη κουβέντα. Στην κουβέντα αλλοτε συμφωνούσαμε αλλοτε διαφωνούσαμε αλλά είχαμε πάντα την χαρά να καταλαβαίνουμε οτι οι απόψεις μας δεν είναι η μοναδική αλήθεια, και ούτε εμείς είμαστε οι φορείς της μοναδικής αλήθειας που περνάει μέσα από τα χέρια μας και μας περιβάλλει.
Τα χρόνια περνούσαν. Ο χρόνος βάραινε πάνω του αλλά αυτός δεν το έβαζε κάτω. Κάθε πρωί ξυπνούσε κι έκανε μισή ώρα «σουηδική» γυμναστική αυτή που είχε μάθει στο σχολείο. Στα χρόνια της καραντίνας περπατούσε στην αυλή του για μια ώρα την ημέρα. Είχε πείσμα και μεγάλη ελπίδα. Και βέβαια στο ραντεβού μας κάθε Πέμπτη ποτέ δεν έλειψε. Πάντα με τις σελίδες του πυκνογραμμένες και πάντα με την διάθεση παιδιού να συζητήσει και να διαφωνήσει και να θυμηθεί.
Ο Δημήτρης έφυγε πριν λίγες ώρες από κοντά μας μετά από όχι μεγάλη περιπέτεια υγείας που τον δυσκόλευε να περπατήσει. Πριν δύο μήνες είχε έρθει στο σταθμό για να με δει… τον έβλεπα κουρασμένο αλλά ποτέ δεν είχε χάσει τη ελπίδα… «να γίνω καλά να έρθω στο σταθμό»
Ο Δημήτρης δεν φοβόταν τον θάνατο, τον είχε ήδη αντικρύσει πολλές φορές. Μου έμαθε οτι ζωή είναι καθημερινή πάλη και προσευχή και ελπίδα. Μου έμαθε οτι στα δύσκολα δεν πρέπει να τα βάζω κάτω και μου έμαθε ακόμα οτι θα πρέπει να βρίσκω χρόνο να ταξιδεύω, να μαθαίνω πάντα καινούργια πράγματα και να ελπίζω… Θυμάμαι που μου έλεγε «κάνω σχέδια για τα επόμενα δυο χιλιάδες χρόνια» και τον κοιτούσα. «βρε θα πεθάνω μου έλεγε αλλά πιστεύω οτι θα συνεχίσω να ζω αρα μπορώ να σχεδιάζω»…
Η κηδεία του Δημήτρη θα γίνει την Τρίτη στις 11,30 το πρωί από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνάτιο στον Ιερό ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Βόλου την ενορία που ανήκε ως παιδί και που την θυμόνταν ακόμα να κτίζεται.
Ως άνθρωπος νοιώθω τη λύπη αλλά συμμερίζομαι και την δική του ελπίδα και είμαι σίγουρος οτι τώρα έχει βάλει μπροστά τα σχέδια του για τα επόμενα 2000 χρόνια στην αγκαλιά του Ιησού που τόσο αγαπούσε.
Νίκος Βαραλής